Κρυώνω. Μέσα στο φως της αυγής μιας χειμωνιάτικης μέρας. Κρυώνω από την αναλγησία, από τον φόβο, την αδικία, το ψεύτικο προσωπείο των ανθρώπων. Δεν ήρθε τώρα η «πανδημία της μάσκας». Μια πανδημία ύπουλη και αόρατη κυκλοφορούσε έρποντας σε σπίτια με κλειστά παράθυρα και ερμητικά κλειστές πόρτες. Και τα μάτια να ‘ναι μάτια ερμητικά κλειστά. Κρυώνω, όπως κρυώνει κάθε άνθρωπος που πιστεύει πως η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο. «Χειμών δριμύς επέρχεται μικρό μου…», ψιθυρίζω σε μένα.
Πού είναι η αγκαλιά της τέχνης να μας ζεστάνει… Σκέφτομαι την πρώτη φορά που θα ξαναπάμε στο θέατρο, στο Εθνικό ειδικά. Σκέφτομαι στην πρώτη παράσταση, εμένα κι άλλους ανθρώπους στο κοινό, να χειροκροτούμε στο κατέβασμα της αυλαίας, με λύτρωση, με συγκίνηση. Σ’ αυτό ελπίζω και ζεσταίνεται λίγο η καρδιά αυτές τις κρύες μέρες του σπαραγμού των ανθρώπων. Κι είναι η αλληλεγγύη, η τρυφερότητα, η ανοιχτή αγκαλιά, που με κάνουν ξανά να ελπίζω. Να ελπίζω πως μετά τον χειμώνα θα έρθει οπωσδήποτε η άνοιξη. Αναγκαία όσο ποτέ.
Τα χείλη μας, διψασμένα για χαρά, θα χαμογελάσουν στη θέα κάποιου λιβαδιού με παπαρούνες. Κουράγιο, λέω στον εαυτό μου. Κουράγιο, μέσα σ’ αυτή τη σκληρή πανδημία του ιού, της προσβολής και του τραυματισμού της ομορφιάς. Θα βρεθούμε ξανά κάτω από την «ιερότητα» της τέχνης. Που ζει από τότε που υπάρχει άνθρωπος. Τον ιό να νικήσουμε. Να μετρηθούμε και να είμαστε όλοι εκεί την άνοιξη. Και να παλέψουμε για έναν καλύτερο κόσμο. Δεν είναι ουτοπία. Αυτός ο κόσμος υπάρχει μπροστά και πίσω από τα μεγάλα φώτα. «…ο τόπος σκοτεινιάζει και κρυώνω κλείνω τα μάτια βλέπω περιστέρια κι’ ακούω φωνές και γέλια και σαλεύουν πολύφυλλα κλαδιά στο μέτωπό μου και λάμπει διάφανο στο φως…». Χειμών δριμύς. Να αντέξουμε. Θα αντέξουμε.
Leave a comment