O Κυριάκος Μητσοτάκης ζήτησε «ειλικρινή και προσωπική συγγνώμη», ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου ζήτησε επίσης συγγνώμη και είπε πως «οι ευθύνες θα αποδοθούν, με νηφαλιότητα, στον κατάλληλο χρόνο», την πολιτική ευθύνη όμως για το φιάσκο του επιτελικού κράτος στον χιονιά ουδείς την ανέλαβε. Ούτε προβλέπεται να την αναλάβει, όπως τουλάχιστον έδειξε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός με την ομιλία-διάγγελμα στο υπουργικό συμβούλιο.

Ηταν μια ομιλία η οποία αποτυπώνει και την βασική γραμμή άμυνας της κυβέρνησης απέναντι στην παράλυση του επιτελικού κράτους και του κρατικού μηχανισμού: Ανάδειξη σε πρώτο πλάνο μόνον των (υπαρκτών) ευθυνών της ιδιωτικής εταιρίας που διαχειρίζεται την Αττική Οδό, στοχοποίηση του περιφερειάρχη Αττικής Γιώργου Πατούλη – με τον οποίον, ούτως ή άλλως, οι σχέσεις της κυβέρνησης έχουν διαταραχθεί από καιρό -, και αποσιώπηση, με την συνδρομή και των φιλικών μέσων ενημέρωσης, όλου του υπόλοιπου χάους στην κυβερνητική διαχείριση και τον συντονισμό της κρίσης.

Αυτόν είναι το σχέδιο damage control του Μαξίμου πίσω από την επικοινωνιακή «συγγνώμη» του Κυριάκου Μητσοτάκη.  Και σ’ αυτό το σχέδιο εντάσσονται κάποιες αυξημένου ρίσκου επιλογές του πρωθυπουργού και του επιτελείου του.
Η πρώτη είναι η κάλυψη του υπουργού Πολιτικής Προστασίας Χρήστου Στυλιανίδη, ο οποίος δέχεται πυρά ακόμη και από το σύστημα στήριξης της ΝΔ. «Δημιουργήσαμε το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης. Εξακολουθώ να στηρίζω αυτή την επιλογή», είπε στο υπουργικό ο Κυριάκος Μητσοτάκης βάζοντας τέρμα και στα σενάρια αποπομπής ή παραίτησης Στυλιανίδη.

Ο λόγος πίσω από αυτή την απόφαση είναι πως ο Χρήστος Στυλιανίδης αποτελεί προσωπική επιλογή Μητσοτάκη, δυσαρέστησε πολλούς εντός ΝΔ όταν ανακοινώθηκε στον τελευταίο, περιπετειώδη ανασχηματισμό, και μια αποπομπή του τώρα θα σήμαινε ομολογία αποτυχίας από τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Επιπλέον, σοβαρές πολιτικές εναλλακτικές για τη θέση δεν υπάρχουν, και ελάχιστοι είναι εκείνοι στη ΝΔ που θα ήθελαν να αναλάβουν, και εν όψει εκλογών, το βάρος και το ρίσκο μιας καρέκλας που αποδεικνύεται κάτι περισσότερο από «ηλεκτρική».

Το γεγονός ότι κλείνει το θέμα Στυλιανίδη, σημαίνει αυτομάτως ότι δεν τίθεται ζήτημα και για κανέναν άλλον από τους υπουργούς που βρέθηκαν στην αιχμή της κυβερνητικής ανεπάρκειας το τελευταίο τριήμερο. Από την στιγμή που δεν αποδίδεται ευθύνη στον καθ’ ύλη κα βασικό αρμόδιο της διαχείρισης της κρίσης, δεν μπορούν να ζητηθούν ευθύνες και από τα υπόλοιπα εμπλεκόμενα υπουργεία. Εκεί, ο πρωθυπουργός προσκρούει συν τοις άλλοις, και στις εσωτερικές «δουλείες» και τις βαρωνίες της ΝΔ.

Ο Κώστας Καραμανλής είναι αμετακίνητος λόγω ονόματος κι ας διαλύθηκε, υπ’ ευθύνη του, όλο το δίκτυο των μέσων μεταφοράς, ο Μάκης Βορίδης δεν αγγίζεται διότι αποτελεί κομβικό ανάχωμα για την σκληρή δεξιά (κι ας έδωσε εκ των υστέρων άδεια σε όλο το Δημόσιο βγάζοντάς το στον δρόμο την ώρα που είχε παραλύσει ήδη η Αττική), και ο Τάκης Θεοδωρικάκος δύσκολα θα δεχόταν να αποτελέσει το μόνο εξιλαστήριο θύμα (κι ας ήταν άφαντα σε όλο το λεκανοπέδιο τα 900 περιπολικά και οι 4.000 αστυνομικοί της ΕΛΑΣ).

Αυτό δεν σημαίνει πως στο Μαξίμου δεν υπάρχει δυσαρέσκεια για συγκεκριμένους – και όχι λίγους – υπουργούς. Οι παρεμβάσεις όμως, όπου είναι πολιτικά δυνατές, παραπέμπονται στον επόμενο ανασχηματισμό, στον οποίο θα παίξουν πλέον κεντρικό ρόλο και οι προεκλογικοί παράγοντες και ισορροπίες.

Το πρόβλημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι ότι με τη συγκεκριμένη επιλογή αναλαμβάνει ουσιαστικά ο ίδιος την ευθύνη και ρισκάρει να αναλάβει προσωπικά και το πολιτικό κόστος του επιτελικού ναυαγίου. Δεν βρίσκεται στην καλύτερη φάση της θητείας του, οι παράλληλες εκατόμβες νεκρών της πανδημίας και η ακρίβεια φθείρουν ήδη και το δικό του πολιτικό κεφάλαιο, και η νέα κατάρρευση του «επιτελικού κράτους» του χρεώνει ένα ακόμη χαμένο πολιτικό στοίχημα. Κατά τους πιο ανήσυχους, δε, εντός κυβέρνησης μπορεί να του ακυρώσει και την πρωτοβουλία των πολιτικών κινήσεων εκτροχιάζοντας τους σχεδιασμούς για πρόωρες εκλογές.

Το πόσο βάσιμες είναι αυτές οι ανησυχίες, και το μέγεθος του ρίσκου που αναλαμβάνει ο πρωθυπουργός θα μετρηθεί, σε πρώτο χρόνο, στις επόμενες δημοσκοπήσεις.

ΠΗΓΗ