Ο Alan Richman, ο δημοσιογράφος γεύσης που δημιούργησε μια δική του σχολή σκέψης, μάς μιλάει για τις πιο ενδιαφέρουσες πτυχές της γαστρονομίας.
Ο Alan Richman, είναι ο μόνος δημοσιογράφος γεύσης στον κόσμο, ο οποίος έχει κερδίσει 16 Βραβεία Δημοσιογραφίας του Ιδρύματος James Beard για την αριστεία στη δημοσιογραφία της γεύσης, και έχει διατελέσει κοσμήτορας της δημοσιογραφίας τροφίμων στο Γαλλικό Ινστιτούτο Μαγειρικής στη Νέα Υόρκη, διδάσκοντας “The Craft of Food Writing”. Γεννήθηκε το 1944, πολέμησε στο Βιετνάμ και ξεκίνησε με το αθλητικό ρεπορτάζ τη δεκαετία του ‘70. Το 1986 άρχισε να γράφει στήλες και θέματα γαστρονομίας για το «GQ», με μεγάλη επιτυχία. Ζει στη Νέα Υόρκη, από όπου και μας μίλησε.
Δεν πιστεύω ότι η πίεση για το είδος του φαγητού που παρουσιάζουν σήμερα τα εστιατόρια προέρχεται από την πελατεία τους. Σε πολλά μέρη και συγκεκριμένα στη Νέα Υόρκη, η πίεση είναι κυρίως οικονομική. Τα ενοίκια αυξάνονται κατακόρυφα, το ίδιο και οι μισθοί του προσωπικού οι οποίοι ανεβαίνουν λόγω κυβερνητικών μέτρων, που αποβλέπουν στην επιβολή ενός κατώτατου μισθού. Η τιμή πολλών «πρωτοκλασάτων» προϊόντων, όπως το μοσχάρι ωρίμανσης, είναι δυσβάστακτη. Η οικονομική απόγνωση, υποχρεώνει τους σεφ να επινοήσουν καινούρια πιάτα, ελπίζοντας ότι οι δημιουργίες θα έχουν τέτοια απήχηση, που θα δημιουργήσουν ουρές έξω από την πόρτα τους. Πράγματι, υπάρχει άγχος, επειδή το εστιατόριο που κάνει κάτι περισσότερο από το να σερβίρει προετοιμασμένο φαγητό, κρέας, πατάτες και λαχανικά -ό,τι πιο βασικό στις ΗΠΑ- είναι καταδικασμένο.
Γιατί τα τελευταία χρόνια μάς απασχολεί τόσο πολύ το φαγητό; Ποια είναι η συναισθηματική ανάγκη που ανταποκρίνεται σε αυτή την τάση;
Το συναίσθημα μπορεί να είναι παρόν σε άλλες χώρες – η Ιταλία, για παράδειγμα, είναι ευλογημένη από την καλά εδραιωμένη τοπική κουζίνα. Αλλά αυτό, θα ήταν δύσκολο να είναι αλήθεια στην Αμερική. Από τότε που αυτή η χώρα ενδιαφέρθηκε για το φαγητό -ως κάτι διαφορετικό από καύσιμο για το ανθρώπινο σώμα, μια τάση που ξεκίνησε στα 70s- θέλαμε να εναλλάσσονται οι τάσεις. Τα δημοφιλή trends ήλθαν και παρήλθαν. Η τροφή έγινε η νούμερο ένα ψυχαγωγία της Αμερικής, πέρα από τα σπορ. Δεν ήταν συναίσθημα, αντίθετα, ήταν διεγερτικό. Δεν μας ήταν ποτέ αρκετό!
Το να είσαι σεφ, ήταν κάποτε ένα είδος εμπορίου, με πολλές προκλήσεις και ιδιαίτερα τιμητικό. Τώρα οι σεφ, βλέπουν τους εαυτούς τους ως καλλιτέχνες. Είστε ακριβής που το αποκαλείτε «προσωπική κουζίνα». Αν υπάρχουν πέντε σεφ σε ένα οικοδομικό τετράγωνο, τότε έχεις πέντε διαφορετικές κουζίνες. Το fine dining δεν υπάρχει πλέον για να ικανοποιεί τον πελάτη, αλλά για να αποθεώνει τον σεφ.
Leave a comment