Το σπάσιμο πιάτων που λατρεύτηκε στις νυχτερινές πίστες

27 Νοεμβρίου, 2020
piata1

Το σπάσιμο πιάτων που λατρεύτηκε στις νυχτερινές πίστες (vids)

Η συνήθεια αυτή υιοθετήθηκε από πλούσιους και φτωχούς και έφθασε να αποτελεί το σήμα κατατεθέν της Ελλάδας και έγινε συνώνυμο της διασκέδασης, στα όρια του κιτς

Ένα απίθανο σκηνικό συνέβη στην εκπομπή «Στην υγειά μας, ρε παιδιά» το βράδυ της Παραμονής των Χριστουγέννων. Ο Γιάννης Μπέζος τραγουδούσε και τον πλαισίωνε χορευτικά η Τζένη Μπότση, με ένα φανταστικό τσιφτετέλι. Κάποια στιγμή, η Σάσα Σταμάτη πέταξε με δύναμη ένα πιάτο στο πάτωμα, το οποίο έσπασε και ένα μεγάλο κομμάτι του πετάχτηκε στα πόδια της ηθοποιού. Με αφορμή το συγκεκριμένο συμβάν, εμείς θυμηθήκαμε το σήμα κατατεθέν της διασκέδασης του Έλληνα.

Το σπάσιμο των πιάτων, λοιπόν, είναι ένα ελληνικό λαογραφικό έθιμο το οποίο κρατά από την αρχαιότητα και ξορκίζει το κακό, έχει συνδεθεί με το παραδοσιακό ελληνικό γλέντι και είναι ακράδαντο δείγμα ελληνικού ξεφαντώματος και κεφιού.

Οι ρίζες αυτής της συνήθειας βρίσκονται στο 1930, όπου πετούσαν μαχαίρια στα πόδια των χορευτών για ένδειξη σεβασμού και ανδρισμού. Λόγω των τραυματισμών, όμως, το έθιμο άλλαξε και τα μαχαίρια, έγιναν πιάτα. Η κορύφωση αυτή της συνήθειας έγινε στα sixties και κράτησε αρκετά χρόνια στη χώρα μας, μέχρι και τα nineties. Αμέσως μετά, η κατανάλωση πιάτων για σπάσιμο αντικαταστάθηκε στα μπουζούκια από το ρίξιμο λουλουδιών, κάτι που ξεκίνησε η Μαρινέλλα.

Σύμφωνα με στατιστικά της εποχής, το 1968 στην Αθήνα είχαν σπάσει περίπου 100 χιλιάδες πιάτα τον μήνα, κόστους από 15 έως 50 δραχμές το καθένα. Πενήντα βιοτεχνίες είχαν δημιουργηθεί και βρήκαν εργασία περίπου χίλιοι άνθρωποι για να καλύπτονται οι ανάγκες των μερακλήδων, ενώ αργότερα τα πιάτα για σπάσιμο έγιναν γύψινα για να αποφεύγονται οι τραυματισμοί και, φυσικά, να μειώνεται το κόστος.

Όταν ο θαμώνας επιθυμούσε να γλεντήσει περισσότερο, ζητούσε μια ντουζίνα πιάτα, τα οποία το γκαρσόν έπρεπε να φέρει και είτε να τα σπάσει στην πίστα μπροστά στον καλλιτέχνη είτε να τα αφήσει στο τραπέζι του θαμώνα προκειμένου ο ίδιος να προβεί στην εκτέλεση, ρίχνοντάς τα στην πίστα είτε όλα μαζί είτε μεμονωμένα. Το σπάσιμο γινόταν πάντα με συγκεκριμένο τρόπο. Το γκαρσόν, γονατιστό στο ένα πόδι, κρατούσε στο δεξί ένα πιάτο και σφυρηλατούσε τα υπόλοιπα που είχε στοιβαγμένα στο αριστερό, θρυμματίζοντάς τα. Όταν έπεφταν στο πάτωμα, πετούσε κάτω αυτό που είχε στο δεξί. Ιεροτελεστία, κανονική…

Παρά τη χουντική απαγόρευση, η θραύση συνεχίστηκε και παραπέμφθηκαν στον εισαγγελέα πολλοί διάσημοι, όπως ο πρώην σύζυγος της Ζωής Λάσκαρη, Πέτρος Κουτουμάνος, ο Αριστοτέλης Ωνάσης και ο Ομάρ Σαρίφ. Η ιστορία αναφέρει πως, την περίοδο της δικτατορίας, ο Γεώργιος Παπαδόπουλος με τη συνοδεία συνεργατών του επισκέφθηκε ένα βράδυ τη «Νεράιδα» για να διασκεδάσει, μέχρι τη στιγμή που κάποιος πελάτης έσπασε ένα πιάτο. Ο δικτάτορας νευρίασε με την παντελή έλλειψη τάξεως και αποχώρησε αμέσως από το μαγαζί. Την επόμενη ημέρα, με διάταγμά του, (και) το σπάσιμο των πιάτων μπήκε σε απαγόρευση.

Ωστόσο, λίγες μέρες αργότερα, η χούντα εξέδωσε τελικά ειδική γνωμοδότηση, η οποία αποφαινόταν ότι δεν υπήρχε αδίκημα εάν το σπάσιμο των πιάτων συνοδευόταν και από την αποδοχή της συμπεριφοράς του ατόμου που έκανε αυτήν την πράξη από τους παρευρισκόμενους.

Σήμερα, την εποχή της οικονομικής κρίσης, το σπάσιμο των πιάτων είναι για λίγους. Ενδεικτικά, μία κούτα περιέχει 35 πιάτα και κοστίζει 10 ευρώ. Αντίστοιχα, μία ενδεικτική τιμή πώλησης 20 τεμαχίων σε νυχτερινό μαγαζί στο κέντρο της Αθήνας φτάνει τα 50 ευρώ.

Τη μερίδα του λέοντος στο σπάσιμο πιάτων στη χώρα μας κρατούν δύο πόλεις. Η Λάρισα είναι η πρωταθλήτρια εδώ και πολλές δεκαετίες, ενώ η Αθήνα, επίσης, κρατά γερά – κι αυτό φαίνεται από τις παραγγελίες που γίνονται. Ωστόσο, πολλοί λένε ότι το κέφι, σε σχέση με τις εποχές της άκρατης ευμάρειας, δεν είναι, πια, το ίδιο…

ΠΗΓΗ ΕΘΝΟΣ

Κάποτε το σπάσιμο των πιάτων ήταν το εθνικό μας σπορ στα μπουζούκια. Και η “Νεράιδα” αυτό το γνωρίζει πολύ καλά.
Αν υπήρχε έπαθλο για το σπορ του…σπασίματος πιάτων, τότε σίγουρα θα παίρναμε το χρυσό μετάλλιο. Τη δεκαετία του ’60 το λαϊκό τραγούδι καθιερώνεται και τα κέντρα παίρνουν φωτιά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα πως σχεδόν όλες οι ελληνικές ταινίες της εποχής (αυτές που βλέπουμε και ξαναβλέπουμε χωρίς να βαριόμαστε ακόμη και σήμερα!) έχουν οπωσδήποτε κάποια σκηνή από μπουζούκια, όπου οι πρωταγωνιστές διασκεδάζουν ή πίνουν να ξεχάσουν. Τότε γιγαντώνεται και το σπάσιμο των πιάτων, ένα έθιμο που έχει ρίζες ήδη από τη δεκαετία του ’30, όταν πετούσαν μαχαίρια στα πόδια των χορευτών. Το έθιμο άλλαξε λόγω των τραυματισμών και τα μαχαίρια έγιναν πιάτα. Φυσικά, οι τραυματισμοί συνεχίστηκαν, μαζί με καυγάδες, μέχρι και μαχαιρώματα. Αλλά οι θαμώνες των κέντρων σχεδόν τα… κατεδάφιζαν για χάρην της διασκέδασής τους. Χαρακτηριστική είναι η σκηνή της ταινίας “Όλα είναι δρόμος” του ’98, όπου ο Γιώργος Αρμένης, αφού σπάει τα πάντα, δίνει εντολή να ξηλωθούν ακόμη και τα πλακάκια. Τις δεκαετίες του ‘60 και του ’70, οι Έλληνες έσπαγαν 100.000 πιάτα το μήνα! Πενήντα βιοτεχνίες δημιουργήθηκαν για να καλύπτονται οι κεφάτοι μερακλήδες, ενώ αργότερα τα πιάτα για σπάσιμο έγιναν γύψινα για να αποφεύγονται οι τραυματισμοί και να μειώνεται το κόστος.

Η “Νεράιδα” στον Άλιμο (μαζί με τα Δειλινά και τη Φαντασία), πρωταγωνιστούσε σε αυτές τις…πιατομαχίες! Εκεί μάλιστα μπήκε και τέλος στο έθιμο αυτό. Την περίοδο της δικτατορίας του Παπαδόπουλου, ο ίδιος ένα βράδυ συνοδεία των συνεργατών του επισκέφτηκε στη Νεράιδα για να διασκεδάσει. Φυσικά για χάρη του άλλαξε μέχρι και το ρεπερτόριο και όλα έδειχναν καλά μέχρι που κάποιος έσπασε ένα πιάτο. Ο δικτάτορας εξοργίστηκε με την παντελή έλλειψη τάξεως και αποχώρησε αμέσως από το μαγαζί. Την επόμενη ημέρα με νομοθετικό διάταγμά του, το σπάσιμο των πιάτων τίθεται σε απαγόρευση και γίνεται ιδιώνυμο αδίκημα. Προβλεπόταν μάλιστα φυλάκιση από έξι μήνες μέχρι πέντε χρόνια για όποιον θα προκαλούσε ή θα διέγειρε το κοινό αίσθημα καταστρέφοντας κινητά πράγματα σε κέντρα διασκέδασης. Ένα βραδύ μετά όμως επισκέπτεται τη Νεράιδα ο Αριστοτέλης Ωνάσης και αμφισβητώντας κάθε διαταγή σπάει ό,τι πιάτο υπάρχει στο κέντρο!

Ακολούθησαν κι άλλοι “παραβάτες”. Ο Πέτρος Κουτουμάνος, σύζυγος τότε, της Ζωής Λάσκαρη, παραπέμφθηκε στο Αυτόφωρο για σπάσιμο πιάτων αλλά αθωώθηκε, επειδή  υποστήριξε ότι το πιάτο έπεσε…κατά λάθος από τα χέρια του. Αλλά και ο Ομάρ Σαρίφ κατηγορήθηκε το καλοκαίρι του 1971, όταν βρέθηκε στη χώρα μας για το γύρισμα της ταινίας «Διαρρήκτες». Ένας δικηγόρος των Αθηνών επίσης, κάποια άλλη φορά, απευθύνθηκε στον Εισαγγελέα ζητώντας την καταδίκη των Ωνάσηδων, πατέρα και υιού που κατεδάφισαν το νυχτερινό κέντρο έχοντας στο πλευρό τους δύο καλλονές, τη γνωστή Ιταλίδα ηθοποιό και μοντέλο Έλσα Μαρτινέλι και την Οντίλ Ροντέ.

Τελικά η απαγόρευση προκάλεσε περισσότερα προβλήματα και όξυνε τα περιστατικά, οπότε έγινε «ειδική γνωμοδότηση» που κατέληγε στο συμπέρασμα ότι δεν υπήρχε αδίκημα όταν οι παρευρισκόμενοι αποδέχονταν την αντικοινωνική συμπεριφορά εκείνου που έσπαγε τα πιάτα! Και αφού έσπασαν εκατομμύρια πιάτα στις πίστες των κέντρων, το φαινόμενο σταδιακά υποχώρησε και από το ’90 και μετά σχεδόν τελείωσε, αφού τη θέση τους πήραν τα γαρύφαλλα που καθιερώθηκαν από την Μαρινέλλα. Στην επαρχία καμιά φορά αναβιώνει το έθιμο των σπάσιμο των πιάτων, δυστυχώς χωρίς την αίγλη του παρελθόντος!

ΠΗΓΗ


ΠΑΣΚΚΕΔΙ

Πανελλήνιο Σωματείο Καταστημάτων και Καταναλωτών Εστίασης και Διασκέδασης. Εξειδικευμένο portal ενημέρωσης για τον κλάδο της Εστίασης και τους καταναλωτές.


ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ