Μαραθώνιο ανάκτησης των απωλειών και αποκατάστασης των… συντριμμιών που αφήνει πίσω της η πανδημία τρέχουν εδώ και ένα μήνα οι επαγγελματίες της εστίασης στη Θεσσαλονίκη.  Οι επιχειρηματίες του κλάδου ψάχνουν να βρουν τον βηματισμό τους μέσα σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον.

Συγκρατημένα χαμόγελα στην εστίαση

Το πολυπόθητο άνοιγμα της εστίασης πριν ενάμιση μήνα έφερε χαμόγελα στα πρόσωπα των επαγγελματιών με την αισιοδοξία, έστω και συγκρατημένη, για ένα πιο ευοίωνο μέλλον, να επιστρέφει αν και τα φλέγοντα ζητήματα του κλάδου γεννούν… εστίες προβληματισμού για την επόμενη μέρα. Τα γεμάτα τραπέζια, κυρίως τα Σαββατοκύριακα και η θερμή ανταπόκριση των πελατών αν και σταδιακά η κίνηση ιδίως τις καθημερινές ακολουθούσε φθίνουσα πορεία, δημιουργούν κλίμα ευφορίας με τους μαγαζάτορες να ελπίζουν σε μία καλή σεζόν. Παράλληλα, η πορεία του τουρισμού αποτελεί βαρόμετρο για την επιβίωση και την ταχεία ανάταξη του κλάδου.

Οι πληγές που αφήνει ο κορονοϊός στην εστίαση δεν θα θεραπευτούν από τη μία στιγμή στην άλλη αλλά σε πρώτη φάση σημασία έχει πως το νερό μπήκε στο αυλάκι με τις κουτάλες να σηκώνονται και τις μηχανές του καφέ να ξαναπαίρνουν μπρος.

Η επόμενη μέρα είναι γεμάτη προκλήσεις για τις επιχειρήσεις του χώρου οι οποίες ελπίζουν να πατήσουν γκάζι, βοηθούντος και του τουρισμού για να καλύψουν όσο το δυνατόν γρηγορότερα την… κορονοχασούρα. Το πρώτο βήμα που ήταν να μπουν σε τροχιά, μερικής έστω, κανονικότητας οι επιχειρήσεις έγινε. Μετά την επέκταση του ωραρίου και την επιστροφή της μουσικής οι ελπίδες των επαγγελματιών για ταχεία ανάταξη του κλάδου με κάλυψη ενός μεγάλου μέρους της χασούρας αναπτερώνονται.

«Επανεκκίνηση με δυσκολίες»

«H εικόνα είναι δύσκολη, υπάρχει μέτρια κίνηση σε καφέ και εστιατόρια τις καθημερινές, κυρίως τα Σαββατοκύριακα αυξάνεται αλλά γενικά κυριαρχεί η ανασφάλεια στον κόσμο ο οποίος δυσκολεύεται οικονομικά. Ψάχνουμε όλοι να βρούμε τα πατήματά μας. Κυρίως τις δύο τρεις πρώτες μέρες του ανοίγματος γέμισαν μερικά μαγαζιά, κυρίως καφέ και μετά έκατσε η κίνηση », επισημαίνουν επιχειρηματίες του κλάδου.

«Όσο προχωράνε οι εμβολιασμοί θέλουμε να πιστεύουμε πως θα υπάρχει διάθεση από τους πολίτες να βγουν. Τα κυριότερα θέματα που αντιμετωπίζαμε είναι οι περιορισμοί σε ωράριο και μουσική ενώ προσβλέπουμε και στην επιδότηση από το πρόγραμμα για την εστίαση. Η πλειοψηφία των μαγαζιών που λειτουργούν (περίπου 800 που έχουν μόνο εσωτερικό χώρο δεν έχουν ανοίξει) έχει βγάλει τους εργαζόμενους από την αναστολή», προσθέτουν.

Συγκρατημένη αισιοδοξία

«Μετά την κατάργηση των περιοριστικών μέτρων τoυ click away υπάρχει μία αρκετά ικανοποιητική ανταπόκριση από τους καταναλωτές. Ο κόσμος επιτέλους έχει αρχίσει να επισκέπτεται τα καταστήματα να κοιτάει προσφορές ή προϊόντα και να κάνει τις αγορές του. Βέβαια, όπως όλοι ξέρουμε, υπάρχουν ακόμα περιοριστικά μέτρα του τύπου «περιορισμός ατόμων στο κατάστημα» τα οποία πρέπει να τηρηθούν αυστηρά από όλους για να μην μας γυρίσει μπούμερανγκ όλη αυτή η θετική εξέλιξη των πραγμάτων», σημειώνει o Γιάννης Σούλας, υπεύθυνος ψηφιακού μετασχηματισμού του εμπορικού συλλόγου Ευόσμου-Κορδελιού.

«Τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι ότι συναντάμε μεγάλες ουρές σε καταστήματα στα οποία υπάρχει περιορισμός ατόμων και ο συντονισμός δεν γίνεται εντός του καταστήματος. Πλέον όλα γίνονται εκτός του καταστήματος. Ένα ακόμη πρόβλημα που αντιμετωπίστηκε, αλλά υπάρχουν ακόμη ορατές επιπτώσεις, είναι ότι στον δήμο μας πάρθηκαν επιπλέον μέτρα σε σχέση με όλη την Ελλάδα και οι επιχειρήσεις του δήμου μας ήταν κλειστές 2 εβδομάδες, ενώ σε όλη την υπόλοιπη Θεσσαλονίκη ήταν ανοιχτά, με αποτέλεσμα σε επιχειρήσεις να χάσουν τμήμα από το πελατολόγιό τους», επισημαίνει.

«Έχουν υπάρξει κλεισίματα καταστημάτων στον δήμο μας. Ευελπιστούμε όμως, μετά το άνοιγμα των καταστημάτων και την άρση των μέτρων, να μην υπάρξουν άλλα και οι επιχειρήσεις να μπορέσουν επιτέλους να σταθούν στα πόδια τους. Ευελπιστούμε ακόμα ότι αυτοί που έχουν κλείσει να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν και να επιστρέψουν ξανά στον χώρο του επιχειρείν», καταλήγει.

«Σανίδα σωτηρίας» το delivery

Εξάλλου, ο γενικός δείκτης κύκλου εργασιών (κύκλος εργασιών σε τρέχουσες τιμές) παρουσίασε μείωση 3% τον Μάρτιο 2021 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Μαρτίου 2020, ενώ σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Φεβρουαρίου 2021 σημείωσε αύξηση 2,6%. Ο εποχικά διορθωμένος γενικός δείκτης παρουσίασε αύξηση 0,2% τον Μάρτιο 2021 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Φεβρουαρίου 2021.

«Σανίδα σωτηρίας» αποδείχθηκε το delivery για τις επιχειρήσεις εστίασης που περιόρισαν τις απώλειες τους στα 2,3 δισ. λόγω της πανδημίας.

Σημαντικό πλήγμα στις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην παροχή καταλυμάτων και στην εστίαση προκάλεσε η πανδημία, καθώς ο τζίρος τους παρουσίασε πτώση 7 δισ. ευρώ την περασμένη χρονιά, με τη «μερίδα του λέοντος» των απωλειών να καταγράφεται στην παροχή καταλυμάτων που διαμορφώθηκε στα 4,7 δισ. ευρώ, ενώ στην εστίαση, λόγω και του delivery, η μείωση του τζίρου ανήλθε σε 2,3 δισ. ευρώ.

Στο σύνολο των επιχειρήσεων του κλάδου υπηρεσιών εστίασης, ο κύκλος εργασιών το 2020 ανήλθε σε 3.773.850.833 ευρώ, σημειώνοντας μείωση 37,7% σε σχέση με το 2019, όπου είχε ανέλθει σε 6.059.184.851 ευρώ. Η μεγαλύτερη μείωση παρατηρήθηκε στην Περιφερειακή Ενότητα Μυκόνου (73,3%), ενώ η μικρότερη μείωση (17,3%) καταγράφηκε στην Περιφερειακή Ενότητα Κορινθίας.

Στο σύνολο των επιχειρήσεων του κλάδου υπηρεσιών εστίασης, ο κύκλος εργασιών το δ’ τρίμηνο 2020 ανήλθε σε 716.414.682 ευρώ, σημειώνοντας μείωση 46% σε σχέση με το τέταρτο τρίμηνο 2019, όπου είχε ανέλθει σε 1.327.871.623 ευρώ.

Αναζητούν «οξυγόνο» ρευστότητας οι μικρομεσαίοι

Όπως αναφέρεται, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα παραδοσιακά αποτελεί βασικό πυλώνα της ελληνικής οικονομίας ενώ οι αυτοαπασχολούμενοι αντιπροσωπεύουν ένα ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό στο σύνολο των απασχολούμενων, σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ. Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις παράγουν το ¼ του ΑΕΠ, δημιουργούν πάνω από το ½ της συνολικής προστιθέμενης αξίας και καλύπτουν περίπου τα ¾ της συνολικής απασχόλησης στον επιχειρηματικό τομέα. Ωστόσο, η παγκόσμια οικονομική κρίση, που οι επιπτώσεις της στην χώρα εμφανίστηκαν το 2008, και η βαθιά και παρατεταμένη ύφεση που ακολούθησε σε συνδυασμό με τις πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης που επιβλήθηκαν από τους θεσμούς επηρέασαν σημαντικά τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα. Την περίοδο αυτή η δραστική μείωση του ΑΕΠ (περίπου κατά ¼) και της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών είχαν αντίκτυπο στη συνολική ζήτηση και κατ’ επέκταση στην οικονομική δραστηριότητα και την κερδοφορία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Παράλληλα, η κρίση στον τραπεζικό τομέα έκανε δυσχερέστερη την πρόσβαση στην αναγκαία χρηματοδότηση για τις επιχειρήσεις αυτές και η οικονομική ύφεση έφερε στην επιφάνεια τα διαχρονικά διαρθρωτικά προβλήματα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και ιδιαίτερα την στενή εξάρτησή τους από την εγχώρια ζήτηση και την υποεπένδυση στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών προορισμένων για τη διεθνή αγορά. Ενδεικτικό είναι ότι η συγκριτική ανάλυση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ15, αποκαλύπτει ότι την περίοδο 2009-2016, η μείωση των ατομικού εισοδήματος στην Ελλάδα (σε τιμές αγοραστικής δύναμης) ήταν ιδιαίτερα μεγάλη (33,3 ποσοστιαίες μονάδες, σε σχέση με το αντίστοιχο μέσο εισόδημα της της Δανίας), αρκετά μεγαλύτερη από αυτή της Ισπανίας που είναι η χώρα της ΕΕ15 με την αμέσως χειρότερη επίδοση στο πεδίο αυτό.

Επιπρόσθετα, το μέσο ατομικό εισόδημα στην Ελλάδα σε τιμές αγοραστικής δύναμης ήταν με διαφορά το χαμηλότερο στην ΕΕ15, αντιπροσωπεύοντας το 2016 μόλις το 27,7% του αντίστοιχου εισοδήματος της Δανίας και περίπου 50% του αντίστοιχου της Ισπανίας. Η σύγκρισή όμως είναι δυσμενέστερη όταν γίνεται αναφορά στα εισοδήματα των αυτοαπασχολούμενων και ιδιαίτερα αυτών χωρίς προσωπικό καθώς την ίδια περίοδο η αντίστοιχη μείωση των εισοδημάτων των αυτοαπασχολούμενων ήταν μεγαλύτερη αυτής του συνόλου του πληθυσμού, με προφανείς τις επιπτώσεις στο επίπεδο διαβίωσή τους.

Η φτώχεια απειλεί τους αυτοαπασχολούμενους

Χρησιμοποιώντας το όριο φτώχειας του 2008, ο κίνδυνος φτώχειας για τους αυτοαπασχολούμενους από 16,7% που ήταν το 2009 ανήλθε στο 35,9% το 2013, στο 38,9% το 2015 και έκτοτε παραμένει σε αυτά τα υψηλά επίπεδα. Δηλαδή μέσα σε μόλις τέσσερα χρόνια από την εμφάνιση της κρίσης και την εφαρμογή των πολιτικών λιτότητας, περίπου 2/5 των αυτοαπασχολούμενων ζει σε αντίστοιχες συνθήκες με αυτές που ζούσε το 1/6 του φτωχότερου πληθυσμού το 2009. Έτσι οι απασχολούμενοι χωρίς προσωπικό αντιπροσωπεύουν το 80%-90% του συνόλου των φτωχών αυτοαπασχολούμενων.

ΠΗΓΗ