Μπισκότα Παπαδοπούλου: Μία τυχαία στάση για καφέ, που έφερε το μπισκότο στην Ελλάδα

19 Μαρτίου, 2022
10000311paskedi
Μία τυχαία στάση για καφέ

(που έφερε το μπισκότο στην Ελλάδα)

Το μπισκότο αποτελεί ένα γλύκισμα που δεν λείπει ποτέ από κανένα σπίτι, ενώ πολλοί το έχουν συνδυασμένο με αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας. Και ποιος δεν θυμάται την μυρωδιά των μπισκότων όταν βγαίνει από τον φούρνο να γεμίζει τον χώρο; Φημολογείται ότι το πρώτο μπισκότο εμφανίστηκε τυχαία στην Ολλανδία όταν κάποιος μάγειρας έριξε λίγη ζύμη στο ζεστό φούρνο και δημιούργησε το πρώτο μπισκότο.

Πολλές εποχές πέρασαν όμως για να φτάσει το μπισκότο στην Ελλάδα και το τραπέζι μας. Όλα ξεκίνησαν από μια οικογένεια από την Κωνσταντινούπολη που στον απόηχο της μικρασιατικής καταστροφής και της αβεβαιότητας που επικράτησε από την άνοδο στην εξουσία των κεμαλικών, αποφάσισε να μεταναστεύσει ψάχνοντας μια καλύτερη τύχη στην δυτική Ευρώπη. Αρχικός προορισμός φαίνεται να ήταν η Μασσαλία μέσω Πειραιά. Ωστόσο, όταν στην ενδιάμεση στάση τους βρέθηκαν σε ένα καφέ, συνειδητοποίησαν ότι υπήρχε άγνοια περί των μπισκότων ως συνοδευτικού του ροφήματος, του καφέ ή του τσαγιού.

Έτσι, διαβλέποντας να ανοίγεται μπροστά τους μία ευκαιρία για επιχειρηματική δράση, αποφάσισαν τελικά να μεταφέρουν τη δραστηριότητά τους στον Ελλαδικό χώρο, αντί της Ευρώπης. Και όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, η επιλογή αυτή υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένη. Ο λόγος για την οικογένεια Παπαδοπούλου που εδώ και χρόνια τα μπισκότα τους διαχέουν το άρωμα των προϊόντων της σε όλη την Ελλάδα και δεν λείπουν από κανένα σπίτι.

Σύμφωνα με την προφορική παράδοση η οικογένεια είχε ασχοληθεί με τα μπισκότα, ήδη από την Κωνσταντινούπολη

 

Επικεφαλής της οικογένειας ήταν η Μαρία Παπαδοπούλου, καθώς ο σύζυγός της, Γιάννης, είχε αποβιώσει αρκετά χρόνια πριν την αναχώρησή τους από την Πόλη. Οι μαρτυρίες αναφέρουν ότι υπήρχε μία μικρή αρχικά παραγωγή των μπισκότων Πτι-Μπερ, η οποία ξεκίνησε από τα 50 κιλά ημερησίως για να φτάσει τα 500, ποσότητα διόλου αμελητέα, καθώς μεταφράζεται σε 150 τόνους ετησίως. Φεύγοντας, λοιπόν, από την Πόλη, η οικογένεια είχε ήδη μία αξιόλογη εμπειρία στην παραγωγή και διάθεση των μπισκότων, και συγκεκριμένα των Πτι-Μπερ, που έγιναν γνωστά ως καταναλωτικά πρότυπα μέσω της Γαλλίας και κυρίως της Αγγλίας.

Η οικογένεια εγκαθίσταται σε στέγη που προσέφερε το κράτος σε προσφυγική πολυκατοικία κοντά στον Λυκαβηττό. Μητέρα και παιδιά αγοράζουν έναν μικρό φούρνο και ξεκινούν και πάλι την γνωστή τέχνη: η μητέρα ζυμώνει και ψήνει τα μπισκότα και τα παιδιά τα πουλούν. Πρώτο προϊόν της νεοσύστατης επιχείρησης Παπαδοπούλου στην Αθήνα το 1922 ήταν, λοιπόν, το Πτι-Μπερ. Καθώς τα μπισκότα πωλούνταν χύμα, με τα δράμια ή την οκά, στα παντοπωλεία και τα μπακάλικα της εποχής, ένας μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων, απέκτησε σταδιακά πρόσβαση σε αυτά.

Αναμνηστική φωτογραφία πωλητών της Εταιρείας. Στην οπίσθια όψη χειρόγραφη σημείωση “Συνάντησις πωλητών 1935”.
Από το Μεταξουργείο στα ζαχαροπλαστεία

Η παραγωγή αρχικά στεγάστηκε σε έναν χώρο στο Μεταξουργείο και ήταν βιοτεχνικού επιπέδου, ενώ από τα περιορισμένα στοιχεία που έχουμε φαίνεται ότι η εταιρεία περνά από τη βιοτεχνική στην βιομηχανική παραγωγή, από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 και μετά. Πρόκειται για μία περίοδο κατά την οποία η εταιρεία πραγματοποιεί επενδύσεις και αναπτύσσεται ραγδαία. Η δυναμική αυτή αποτυπώνεται και από τη μεταφορά της επιχείρησης σε ένα εργοστάσιο στα Πετράλωνα, η οποία ξεκινά το 1933 και ολοκληρώνεται στα τέλη της ίδιας δεκαετίας.

Η κίνηση αυτή συνοδεύεται και από επενδύσεις σε μηχανήματα, ενώ στο τέλος της δεκαετίας η εταιρεία αλλάζει και νομική υπόσταση και μετατρέπεται σε Ομόρρυθμη Εταιρεία. Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε ότι η βιομηχανική της φάση ξεκινά στα 1938. Η φάση αυτή μοιραία θα διακοπεί κάποια χρόνια στην επόμενη δεκαετία, αλλά θα συνεχιστεί και θα εκτοξευτεί αμέσως μετά τον πόλεμο, με ορόσημο την αγορά οικοπέδου και την ανέγερση μιας σύγχρονης βιομηχανικής μονάδας στην Πέτρου Ράλλη, στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1950.

Οι κύριοι χώροι διάθεσης των μπισκότων εκείνη την περίοδο ήταν σίγουρα τα καφέ-ζαχαροπλαστεία, καθώς και παντοπωλεία και μπακάλικα, ιδιαίτερα όσα ξέφευγαν από το τότε παραδοσιακό μπακάλικο, είχαν υιοθετήσει ένα πιο εκλεκτό προφίλ και απευθύνονταν σε ένα πιο ιδιαίτερο καταναλωτικό κοινό (delicatessen, θα λέγαμε σήμερα). Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των παντοπωλείων του Θανόπουλου και του Βασιλόπουλου, που είχαν αναπτύξει έναν πιο μοντέρνο χαρακτήρα και ήταν οι πρώτοι μεγάλοι πελάτες της εταιρείας. Με την πάροδο των χρόνων και την διάδοση των μπισκότων, τα έβρισκε κανείς σε όλο και περισσότερα μπακάλικα, παντοπωλεία και ζαχαροπλαστεία της περιοχής Αθηνών-Πειραιώς, αλλά και σε πολλά σημεία των επαρχίας μέσω του συστήματος των εμπορικών αντιπροσώπων και της παρακαταθήκης.

Φωτογραφία από τη φάση ανέγερσης του Εργοστασίου Αθηνών Οδός Πέτρου Ράλλη, μέσα δεκαετίας 1950.

Τα χρόνια του πολέμου
Στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου η επιχείρηση παρασκευάζει μπομπότα για τις ανάγκες του ελληνικού στρατού.

 

Κατά τη διάρκεια της Κατοχής αρχικά επιτάσσεται από τις αρχές Κατοχής, αλλά από το 1943 και μετά σταματά τη λειτουργία της. Μετά τον πόλεμο, αρχίζει εν μέσω πολλών εμποδίων και δυσκολιών (έλλειψη πρώτων υλών και υλικών συσκευασίας, περιορισμούς στην ηλεκτρική ενέργεια, βλάβες στο μηχανολογικό εξοπλισμό, περιορισμένο διαθέσιμο εισόδημα) να επαναλειτουργεί. Οι δυσκολίες αυτές, χαρακτηριστικές για το σύνολο της ελληνικής οικονομίας, διατηρήθηκαν καθόλη τη δεκαετία του 1940.

 

Με τη σταδιακή σταθεροποίηση του οικονομικού και πολιτικού κλίματος, η εταιρεία αρχίζει σιγά σιγά να αποκτά μία κανονικότητα, ενώ το 1948, ο Νίκος Παπαδόπουλος ξεκινά ένα μεγάλο ταξίδι στο εξωτερικό, με στόχο να έρθει σε επαφή με επιχειρήσεις, εργοστάσια και οίκους του εξωτερικού, να δικτυωθεί και να μεταφέρει ένα μέρος αυτής της εμπειρίας και στη δική του επιχείρηση στην Ελλάδα. Συγχρόνως, στην Ελλάδα η εταιρεία προχωρά σε τολμηρές επενδυτικές κινήσεις επέκτασης της παραγωγικής της ικανότητας, ενώ ξεκινούν και διερευνητικές κινήσεις με στόχο τη δημιουργία νέας παραγωγικής μονάδας, που οδήγησαν στην ανέγερση του νέου εργοστασίου στην Π. Ράλλη λίγα χρόνια αργότερα.
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι η επιτυχία οφειλόταν σε μία λογική «κίνησης προς τα μπρος»: νέες επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό, παρουσίαση νέων προϊόντων, επέκταση της παραγωγικής ικανότητας, αναζήτηση επαφών και εμπειριών από το εξωτερικό, δημιουργία νέας σύγχρονης βιομηχανικής μονάδας. Σε γενικές γραμμές, η υπεροχή οφείλεται στην ποιότητα, στην τεχνική ανωτερότητα, αλλά και την αξία που έδωσε στο μάρκετινγκ, η συγκρότηση ενός ισχυρού brand name.

Σκαλιέρα μπισκότων της Εταιρείας “Μπισκότα Αθηνών Ν. Ι. Παπαδοπούλου”.
Το ανεξίτηλο λογότυπο και ο ρόλος της διαφήμισης

Έναςαπό τους παράγοντες της επιτυχίας υπήρξε και το γεγονός ότι από πολύ νωρίς δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση, πέρα από το ίδιο το προϊόν, και στην εμφάνιση, τη συσκευασία, την προώθηση, τη διαφήμιση. Ανεξίτηλο έχει μείνει και το λογότυπο που όλοι γνωρίζουμε το γνωστό Π με την κορώνα σχηματισμένη από παιδιά δημιουργήθηκε το 1972 από τον ίδιο τον Ευάγγελο Παπαδόπουλο.

Διακρίσεις και εξαγωγές

Οι εξαγωγές ξεκινάνε την δεκαετία του 1970, ιδίως σε χώρες της Μέσης Ανατολής και της Λατινικής Αμερικής, με διαφημίσεις στην αγγλική γλώσσα. Ήδη όμως από τον Μεσοπόλεμο η εταιρεία συμμετέχει σε διάφορες διεθνείς εμπορικές εκθέσεις στην Ευρώπη (Ιταλία, Αγγλία κ.α.), αλλά και στη ΔΕΘ, στις οποίες κερδίζει βραβεία και μετάλλια.

Οι επιτυχίες ακολούθησαν η μία την άλλη με το αποτέλεσμα να μας ανταμείβει κάθε χρόνο και με το παραπάνω, με τις εκάστοτε λιχουδιές που φτάνουν στο τραπέζι μας. Η οικογένεια Παπαδοπούλου είναι όχι μόνο ένα παράδειγμα για το πως μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση μπορεί να φτάσει στην κορυφή, αλλά και πως τα προϊόντα με ποιότητα παραμένουν διαχρονικά. Και όπως όλα δείχνουν έχει ακόμα πολύ δρόμο μπροστά της…

ΠΗΓΗ


ΠΑΣΚΚΕΔΙ

Πανελλήνιο Σωματείο Καταστημάτων και Καταναλωτών Εστίασης και Διασκέδασης. Εξειδικευμένο portal ενημέρωσης για τον κλάδο της Εστίασης και τους καταναλωτές.


ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ