Μέσα σε ένα ελληνικό call center που πουλάει ψεύτικες επενδύσεις – η μαρτυρία ενός πρώην εργαζόμενου

10 Ιουνίου, 2021
calll
Πώς είναι μια τυπική μέρα στο γραφείο, όταν δουλειά σου είναι να εξαπατάς ανυποψίαστους «πελάτες»;

«Είμαστε μία μεγάλη και ταχέως αναπτυσσόμενη εταιρεία στον χώρο των online αθλημάτων και του forex. Αναζητούμε ανταγωνιστικούς αντιπροσώπους πωλήσεων με επαγγελματισμό και δυναμισμό οι οποίοι διψούν για υψηλά εισοδήματα βάσει απόδοσης. Ως μέρος της Ομάδας Εξυπηρέτησης Πελατών θα παρέχετε τηλεφωνική υποστήριξη στους πελάτες και θα απαντάτε σε όλες τις ερωτήσεις τους», γράφει η κακογραμμένη στα αγγλικά αγγελία, που έχει αναρτηθεί σε ελληνικό site εύρεσης εργασίας. Μία από τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη θέση είναι ο υποψήφιος να μπορεί να επικοινωνεί καλά στην τουρκική γλώσσα. Αν είναι η μητρική του, όπως στην περίπτωση του Αχμέτ, θεωρείται πλεονέκτημα.

Αντικείμενο εργασίας του Αχμέτ ήταν η τηλεφωνική προώθηση (απατηλών) επενδύσεων και τυχερών παιχνιδιών στην Τουρκία

Ο 28χρονος ήρθε στην Ελλάδα από την Κωνσταντινούπολη το 2017 για σπουδές με φοιτητική βίζα. Μέχρι το πρώτο λόκνταουν έκανε μεταφράσεις ή παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα για να βγάζει τα προς το ζην – δύο πηγές εισοδήματος που «κόπηκαν μαχαίρι» λόγω κορονοϊού, όπως μας λέει. Οι μήνες περνούσαν και ο Αχμέτ (δεν είναι το πραγματικό του όνομα) άρχισε να αντιμετωπίζει έντονο βιοποριστικό πρόβλημα. Ως φοιτητής από χώρα εκτός Ε.Ε. δεν δικαιούταν επίδομα στέγασης, και στο μεταξύ έξοδα και ενοίκια έτρεχαν. Κάπως έτσι έστειλε τον περασμένο Οκτώβριο το βιογραφικό του στην εταιρεία της αγγελίας και μετά από λίγες ημέρες τον κάλεσαν στα γραφεία, όπου έγιναν τα «αποκαλυπτήρια». Πραγματικό αντικείμενο εργασίας, όπως του είπε το «αφεντικό», δεν ήταν η «υποστήριξη πελατών» που νόμιζε, αλλά η τηλεφωνική προώθηση (απατηλών) επενδύσεων, παράνομου στοιχηματισμού και τυχερών παιχνιδιών στην Τουρκία. Όπως μας εξηγεί ο Αχμέτ, στην πατρίδα του «μόνο μία (κρατική) εταιρεία προσφέρει νόμιμο στοίχημα μέσω internet, τα παιχνίδια καζίνοGambling in Turkey είναι αυστηρά απαγορευμένα, κανείς δεν μπορεί να το κάνει. Εμείς το κάναμε βεβαίως».

Κάτι άλλο που έκαναν στην εταιρεία ήταν να μην επιστρέφουν ποτέ χρήματα στους πελάτες, είτε αυτοί είχαν στοιχηματίσει σε αθλητικούς αγώνες, είτε στην τιμή ενός εμπορεύματος ή κάποιου κρυπτονομίσματος. Η ηλεκτρονική πλατφόρμα για τις επενδύσεις λειτουργούσε ως προσομοιωτής, με αποτέλεσμα οι υπάλληλοι να μπορούν να πειράζουν τα νούμερα που εμφανίζονταν στην οθόνη του πελάτη και να μηδενίζουν τον λογαριασμό του. Άλλες φορές του έδιναν λανθασμένες πληροφορίες ώστε να κάνει ο ίδιος μία επενδυτική κίνηση που θα τον οδηγούσε σε ζημιά. Σε κάθε περίπτωση στόχος ήταν να μην γίνει ποτέ ανάληψη. Τα online τυχερά παιχνίδια ήταν επίσης «πειραγμένα» –μάλιστα η εταιρεία, όπως μας λέει ο Αχμέτ, είχε στο δυναμικό της και Έλληνες προγραμματιστές γι’ αυτήν τη δουλειά– ώστε στο τέλος ο πελάτης να έχει πάντα χασούρα. Στο στοίχημα σε αθλητικούς αγώνες, στο τμήμα δηλαδή όπου δούλευε ο Αχμέτ, οι κερδισμένοι δεν έβλεπαν ποτέ χρήματα πίσω ή τους έκοβαν την πρόσβαση.

Αφού κατάφερναν να αποσπάσουν όσο περισσότερα χρήματα μπορούσαν από τα θύματα, έκοβαν κάθε επικοινωνία

Στο δια ταύτα και τα δύο τμήματα (επενδύσεων και στοιχήματος) αφού κατάφερναν με διάφορα τεχνάσματα να αποσπάσουν όσο περισσότερα χρήματα μπορούσαν από τα θύματα, έκοβαν κάθε επικοινωνία όταν ξεκινούσαν τα παράπονα. Οι καταθέσεις των πελατών για το στοίχημα, μας λέει ο Αχμέτ, γίνονταν σε λογαριασμούς φυσικών προσώπων σε τουρκικές τράπεζες και στη συνέχεια τα χρήματα διοχετεύονταν εκτός Τουρκίας, με πρώτη στάση τη Βουλγαρία. Τα αρχικά φυσικά πρόσωπα «δάνειζαν» τον δικό τους λογαριασμόΠώς εντοπίστηκαν εκατοντάδες “βαποράκια” μαύρου χρήματος στην Ελλάδα | Capital.gr ή κάποιου συγγενή τους που είχε πεθάνει έναντι αντιτίμου, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στο να χαθούν τα ίχνη του παράνομου χρήματος, αναφέρει ο πρώην εργαζόμενος στο inside story.

Η εκπαίδευση του Αχμέτ κράτησε μόλις 2-3 ημέρες και ένα από τα βασικά πράγματα που περιλάμβανε ήταν το πώς να να προσεγγίζει τους πελάτες. Οι οδηγίες προς τους υπαλλήλους έλεγαν ότι έπρεπε να έχουν έναν οικείο και φιλικό τόνο. «Τους ρωτούσαμε από πού είναι, τι δουλειά κάνουν, προσπαθούσαμε να βρούμε κοινά σημεία».

Τα θύματα ήταν κάθε λογής, από ελίτ γιατρούς και εργοστασιάρχες μέχρι νταήδες του δρόμου

Το προφίλ των πελατών διέφερε από τμήμα σε τμήμα. Στο στοίχημα και τα τυχερά παιχνίδια υπήρχαν κάθε λογής θύματα, από «ελίτ γιατρούς και εργοστασιάρχες μέχρι νταήδες του δρόμου» μας λέει. «Τους άρεσε να τζογάρουν και ας έχαναν συνεχώς». Στις επενδύσεις ήταν κυρίως άνθρωποι χαμηλής και μεσαίας οικονομικής τάξης, συνήθως με χρέη, που χρειάζονταν ένα έξτρα εισόδημα. «Στην Τουρκία υπάρχει τρέλα για τα κρυπτονομίσματα. Όλοι μιλάνε για αυτά. Μέχρι και ο πατέρας μου που είναι ένας απλός άνθρωπος τα ξέρει».

«Φοβάσαι μήπως κάποια μέρα πέσει κι αυτός θύμα από κάποιον κάνει την ίδια δουλειά με σένα;» τον ρωτάω. «Δεν εμπιστεύεται τέτοια πράγματα. Είναι παλιομοδίτης», είναι η απάντησή του.

Το προφίλ των υπαλλήλων και η εταιρεία πίσω από το call center

«Κανείς από τους τηλεφωνητές δεν συστηνόταν στους πελάτες με το πραγματικό του όνομα – ακόμη και το αφεντικό χρησιμοποιούσε ψεύτικο. Η πραγματική επωνυμία της εταιρείας δεν υπήρχε πουθενά, μόνο στα χαρτιά της πρόσληψης» μας λέει ο Αχμέτ, που την περίοδο που δούλευε εκεί υπήρχαν ακόμη περίπου 40 τηλεφωνητές, άνδρες και γυναίκες από 20 έως άνω των 40 ετών. Οι 25 δούλευαν στις επενδύσεις και οι υπόλοιποι στο στοίχημα. «Πάρα πολλοί άνθρωποι που δουλεύουν εκεί είναι μετανάστες σαν κι εμένα, άλλοι είναι πρόσφυγες, δεν ξέρουν καν αγγλικά ή ελληνικά και δεν υπάρχει καμία άλλη περίπτωση να δουλέψουν αλλού». Κάποιοι όπως μας λέει, δεν έχουν καν νομιμοποιητικά έγγραφα. «Είμαστε εύκολοι στόχοι γι’ αυτούς». Υπήρχαν και μάνατζερ, τουρκικής καταγωγής με βουλγαρική υπηκοότητα, που διεύθυναν τα τμήματα στοιχήματος και forex.

«Για όνομα εργασίας διάλεξα ένα που σιχαίνομαι, για να μην ταυτιστώ», λέει ο Αχμέτ

Στο στοίχημα έλεγαν ότι καλούν από το Λονδίνο εκ μέρους μιας τάχα αδειοδοτημένης εταιρείας στην Ευρώπη. Όσοι δούλευαν στο forex, ανέφεραν ως έδρα την Ελλάδα. Ρωτήσαμε τον Αχμέτ αν επέλεξε αυτός το όνομα εργασίας του. «Ναι, διάλεξα ένα που σιχαίνομαι για να μην ταυτιστώ. Είναι ένα όνομα που δεν θα γυρνούσα ποτέ αν το φώναζε κάποιος στον δρόμο και τελικά μου κόλλησε, αφού όλοι οι πρώην συνάδελφοι με φωνάζουν έτσι».

Η εταιρεία για την οποία εργαζόταν επί επτά μήνες, από τον χειμώνα του 2020 μέχρι και την περασμένη άνοιξη που απολύθηκε, σύμφωνα με το ΓΕΜΗ ιδρύθηκε με αρχικό κεφάλαιο 10.000 ευρώ το καλοκαίρι του 2019, παρότι στο site της αναφέρει ότι έχει 10 χρόνια εμπειρία. Κύρια δραστηριότητά της είναι οι υπηρεσίες τηλεφωνικού κέντρου, η έδρα της βρίσκεται στην Αττική, έχει χρησιμοποιήσει τουλάχιστον άλλες δύο διευθύνσεις στο λεκανοπέδιο ως γραφεία και διατηρεί παράρτημα στη Θεσσαλονίκη. Αρχικός μοναδικός εταίρος ήταν άτομο τουρκικής καταγωγής που δηλώνει κάτοικος Βουλγαρίας και αρχικός διαχειριστής άτομο ελληνικής υπηκοότητας, που μετέχει και σε άλλες εταιρείες με αντικείμενο τις υπηρεσίες εκμετάλλευσης μηχανημάτων τυχερών παιχνιδιών. Στην πορεία μπήκαν νέοι αλλοδαποί εταίροι, άλλαξε ο διαχειριστής (πάλι Έλληνας υπήκοος) και ο ιδρυτής αποχώρησε. Πλειοψηφικό μερίδιο κατέχει πλέον εταιρεία με έδρα τη Σόφια της Βουλγαρίας.

Αρχικός μοναδικός εταίρος της εταιρείας ήταν άτομο τουρκικής καταγωγής που δηλώνει κάτοικος Βουλγαρίας και αρχικός διαχειριστής ‘Ελληνας υπήκοος

Κάτι άλλο που διαβάζουμε στην ιστοσελίδα της ελληνικής εταιρείας είναι για το ευχάριστο κλίμα εργασίας, τον σεβασμό στην προσωπικότητα των υπαλλήλων και το φιλόξενο εργασιακό περιβάλλον. Ωστόσο η πραγματικότητα, σύμφωνα με τα λεγόμενα του πρώην εργαζόμενου, φαίνεται ότι ήταν πολύ διαφορετική. Ο Αχμέτ κάνει λόγο για εργασιακό εκφοβισμό, απλήρωτες υπερωρίες και εργασία ακόμη και τις αργίες. «Ακόμη και επί λόκνταουν έπρεπε να πηγαίνουμε όλοι στο γραφείο, χωρίς προστατευτικές μάσκες, χωρίς τίποτα. Κάθε μέρα καλούσα 300-350 νούμερα, μας ανάγκαζαν να κάνουμε τουλάχιστον 250 κλήσεις τη μέρα διαφορετικά κινδυνεύαμε με απόλυση και παράλληλα έπρεπε να ασχολούμαστε με τους ήδη υπάρχοντες πελάτες και τις καταθέσεις τους. Στόχος ήταν κάθε μήνα να φέρνουμε πιο πολλές καταθέσεις από τον προηγούμενο». Συνηθισμένοι ήταν, όπως μας λέει, οι εκβιασμοί και οι απειλές προς τους εργαζόμενους. «Ξέρουμε πού μένεις, να προσέχεις όταν περπατάς στον δρόμο έτσι και μας καταγγείλεις» έλεγαν σε όσους παραπονιούνταν για τις εργασιακές συνθήκες. Άλλους τους εκβίαζαν με απέλαση, αναφέρει ο Αχμέτ, αφού η παραμονή τους στη χώρα ήταν συνάρτηση του αν εργάζονταν ή όχι, ή βρίσκονταν παράνομα στην Ελλάδα.

Ριγμένοι και οι υπάλληλοι

Ο Αχμέτ λόγω φοιτητικής βίζας μπορούσε να εργάζεται μόνο ως μερικώς απασχολούμενος. Στην πράξη δούλευε πενθήμερο, οκτάωρο, συν υπερωρίες και αργίες, χωρίς άδεια. Στα χαρτιά ήταν δηλωμένος για 20 ώρες την εβδομάδα με τον κατώτατο μισθό και τα υπόλοιπα τα έπαιρνε στο χέρι «μαύρα». Τα χρήματα την ημέρα της πληρωμής, όπως θυμάται, έρχονταν σε σακούλες. Το αφεντικό της εταιρείας, μας λέει, κυκλοφορούσε με πανάκριβο αυτοκίνητο και έχει αγοράσει πολυτελή σπίτια σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.

Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Αχμέτ, η εταιρεία δεν έκλεβε μόνο τους πελάτες, αλλά και τους υπαλλήλους της. Όταν αποφάσιζαν ότι κάποιος θα απολυόταν λόγω χαμηλού τζίρου, δεν του πλήρωναν τον τελευταίο μήνα και του κρατούσαν τα μπόνους που υποτίθεται ότι δικαιούταν. Ο κάθε εργαζόμενος ανάλογα με το ύψος των καθαρών καταθέσεων που έφερνε στα ταμεία και τον αριθμό των νέων πελατών κέρδιζε επιπλέον χρήματα, πέρα από τον μηνιαίο μισθό του. Ο Αχμέτ θυμάται ότι υπήρχε συνάδελφος στο τμήμα forex που επί δύο συνεχόμενους μήνες έφερε καθαρές καταθέσεις πάνω από 1 εκατ. τουρκικές λίρες, περίπου 95.000 ευρώ, μία περιουσία για τα δεδομένα της Τουρκίας. Με βάση το σύστημα μπόνους της εταιρείας θα έπρεπε να πάρει κάποιες χιλιάδες, όμως πήρε μόλις 90 ευρώ. Όταν διεκδίκησε τα υπόλοιπα χρήματα, απολύθηκε.

«Εκμεταλλεύονται την απελπισία μας, ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο», λέει ο Αχμέτ, που όταν τον προσέλαβαν είχε μόλις 20 ευρώ στην τσέπη. «Σκεφτόμουν να πουλήσω μέχρι και ναρκωτικά για να επιβιώσω». Σε άλλο σημείο της κουβέντας μας, υποστηρίζει ότι κατάλαβε πως η εταιρεία εξαπατούσε συμπατριώτες του τρεις μήνες αφότου ξεκίνησε να εργάζεται εκεί και πως δεν το ήξερε εξ αρχής.

Υπάρχει ένας μηχανισμός που ενεργοποιείται για να μην καταρρεύσεις ψυχολογικά, που λέει πως αν το θύμα δεν χάσει τα χρήματά του από σένα, θα τα χάσει από άλλον

Στην ερώτηση αν τον επιβάρυνε ψυχολογικά το γεγονός ότι γνώριζε πως κορόιδευε τους συνομιλητές του, που μπορεί να ήταν άνθρωποι σε οικονομική ανάγκη όπως αυτός, απαντά: «Υπάρχει ψυχολογικό κόστος, αλλά όλοι μας ξέρουμε ότι είμαστε σε μία τέτοια κατάσταση που παρότι αυτό που κάνουμε δεν είναι σωστό, το κάνουμε για την επιβίωσή μας. Υπάρχει όμως και ένας μηχανισμός που ενεργοποιείται και λέει “αν δεν χάσει τα χρήματά του από μένα, θα τα χάσει από κάποιον άλλον”. Μιλάμε για ανθρώπους που εμπιστεύονταν μόνο κάποια νούμερα σε μία οθόνη. Είναι ένας μηχανισμός για να μην καταρρεύσεις ψυχολογικά».

Όσον καιρό έκανε αυτήν τη δουλειά, ο Αχμέτ προσπαθούσε όπως μας λέει να συνασπιστεί με άλλους εργαζόμενους και να διεκδικήσουν καλύτερες συνθήκες, αλλά δεν τα κατάφερε.

«Και γιατί να ενδιαφερθεί κάποιος για τις εργασιακές σας συνθήκες, όταν η δουλειά σας ήταν να εξαπατάτε τον κόσμο;» τον ρωτάω.

Παραδέχομαι ότι είναι μια ανήθικη δουλειά – Δεν δικαιολογούμαι αλλά θα μπορούσα να κάνω ακόμη χειρότερα

«Παραδέχομαι πλήρως ότι είναι μία ανήθικη δουλειά. Δεν λέω ότι έκανα κάτι κανονικό, όμως οι καιροί δεν είναι κανονικοί. Ήρθε ο κορονοϊός, δεν μπορούσα να βγάλω ούτε ένα ευρώ, έπρεπε να ζήσω. Δεν δικαιολογούμαι αλλά θα μπορούσα να κάνω ακόμη χειρότερα. Την ίδια στιγμή έρχονται πλούσιοι ξένοι που παρουσιάζονται σαν “επενδυτές” στη χώρα (σ.σ.: σαν το αφεντικό του), δεν αναγνωρίζουν κανέναν νόμο του κράτους και νομίζουν ότι με τα λεφτά τους μπορούν να ανοίξουν όλες τις πόρτες. Αυτοί που έχουν χρήματα μπορούν να παραβιάσουν όλους τους νόμους και να μας εκφοβίζουν και εμείς δεν μπορούμε να διεκδικήσουμε ούτε αυτά που δικαιούμαστε, ακόμη και σε αυτήν τη δουλειά», είναι η απάντηση του Αχμέτ, που όπως μας λέει θα ήθελε να δει το πρώην αφεντικό του έστω και για λίγο να βγαίνει από τις «σκιές», όπου κινείται.

Εικόνα etriantafillou
Σπούδασε κατά λάθος Οικονομική Επιστήμη στην ΑΣΟΕΕ και το 2004 ξεκίνησε να εργάζεται ως οικονομικός συντάκτης στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία. Το 2010 δημιούργησε την πρώτη αντιγραφή του σατιρικού Τhe Onion, στην Ελλάδα. Παραμένει στον χώρο των ηλεκτρονικών ΜΜΕ. Είναι ανορθόγραφη.

ΠΑΣΚΚΕΔΙ

Πανελλήνιο Σωματείο Καταστημάτων και Καταναλωτών Εστίασης και Διασκέδασης. Εξειδικευμένο portal ενημέρωσης για τον κλάδο της Εστίασης και τους καταναλωτές.


ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ