Κορωνοϊός και συμβάσεις: Συνιστά η “Πανδημία” του CoVid19 λόγο αναστολής συμβάσεων;

16 Απριλίου, 2020
Κορωνοϊός και συμβάσεις: Συνιστά η "Πανδημία" του CoVid19 λόγο αναστολής συμβάσεων;
Το ερώτημα που απασχολεί όλους τους νομικούς της πράξης είναι το εξής: Η Επιδημία του Κορωνοϊού συνιστά λόγο αναστολής των συμβατικών υποχρεώσεων;

Το ερώτημα που απασχολεί όλους τους νομικούς της πράξης είναι το εξής: Η Επιδημία του Κορωνοϊού συνιστά λόγο αναστολής των συμβατικών υποχρεώσεων; Το κυρίαρχο σύνθημα των ημερών είναι το #ΜΕΝΟΥΜΕΜΕΣΑ.

Μπορεί όμως να υπάρξει και ένα άλλο – νομικό “σύνθημα” ενόψει της πανδημίας, που να συνίσταται σε ένα #ΔΕΝΕΚΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ?

Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό, πρέπει εν συντομία να αναλυθεί το σύστημα της ανώμαλης εξέλιξης μιας σύμβασης. Αφετηρία της ανάλυσης συνιστά το παρεξηγημένο άρθρο 336 ΑΚ (Πότε επέρχεται απαλλαγή λόγω αδυναμίας – Ο οφειλέτης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση εξαιτίας αδυναμίας να εκπληρώσει την παροχή, αν αποδείξει ότι η αδυναμία οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη. Οφείλει όμως αμέσως, μόλις μάθει την αδυναμία για εκπλήρωση, να ειδοποιήσει το δανειστή), κατά το οποίο ο οφειλέτης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση εξαιτίας αδυναμίας να εκπληρώσει την παροχή, αν αποδείξει ότι η αδυναμία οφείλεται σε γεγονός για το οποίο δεν έχει ευθύνη. Οφείλει όμως αμέσως, μόλις μάθει την αδυναμία για εκπλήρωση, να ειδοποιήσει το δανειστή.

Σύμφωνα λοιπόν με τη θεμελιώδη αυτή αρχή του ενοχικού δικαίου, η ενδοσυμβατική ευθύνη συνιστά ΝΟΘΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ και ο οφειλέτης έχει το βάρος (επίκλησης και) απόδειξης ότι ο λόγος για τον οποίο δεν εκπληρώνει την υποχρέωσή του, κείται πέρα από γεγονός για το οποίο έχει ευθύνη. Σε τέτοια περίπτωση, κατά το άρθρο 380 ΑΚ (Ανυπαίτια αδυναμία παροχής του ενός – Αν η παροχή του ενός από τους συμβαλλομένους είναι αδύνατη από γεγονός για το οποίο αυτός δεν έχει ευθύνη, απαλλάσσεται και ο άλλος συμβαλλόμενος από την αντιπαροχή και την αναζητεί, αν τυχόν την κατέβαλε, κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό. Αλλά δεν απαλλάσσεται αν απαίτησε ό,τι περιήλθε στον άλλο εξαιτίας του γεγονότος της αδυναμίας), και ο δανειστής απαλλάσσεται από τη δική του παροχή, την «αντιπαροχή».

Πότε όμως έχει ευθύνη ένα συμβαλλόμενο μέρος; Κατά το άρθρο 330 ΑΚ (Ευθύνη λόγω πταίσματος – Ο οφειλέτης ενέχεται, αν δεν ορίστηκε κάτι άλλο, για κάθε αθέτηση της υποχρέωσής του από δόλο ή αμέλεια, δική του ή των νόμιμων αντιπροσώπων του. Αμέλεια υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές), ο οφειλέτης ενέχεται, αν δεν ορίστηκε κάτι άλλο, για κάθε αθέτηση της υποχρέωσής του από δόλο ή αμέλεια, δική του ή των νόμιμων αντιπροσώπων του. Αμέλεια υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές.

Βρισκόμαστε λοιπόν ενώπιον του ερωτήματος. Τα γεγονότα που συνδέονται με τον Κορωνοϊό βρίσκονται “πέρα” από την επιβαλλόμενη στις συναλλαγές επιμέλεια του οφειλέτη;

Πριν απαντηθεί το ερώτημα αυτό, πρέπει να τονιστεί ότι ουδόλως τυγχάνει εφαρμογή το άρθρο 388 ΑΚ περί δικαιοπρακτικού θεμελίου σε τέτοιες περιπτώσεις. Και τούτο διότι το άρθρο αυτό ορίζει ότι δικαιοπρακτικό θεμέλιο αποτελούν περιστατικά στα οποία τα μέρη στήριξαν τη σύναψη αμφοτεροβαρούς σύμβασης, π.χ. τιμή πρώτων υλών, καύσιμα κτλ. Αν αυτά μεταβλήθηκαν ύστερα, από λόγους που ήταν έκτακτοι και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, και από τη μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη, ενόψει και της αντιπαροχής, έγινε υπέρμετρα επαχθής, το δικαστήριο κατόπιν άσκησης σχετικού (διαπλαστικού) δικαιώματος του οφειλέτη να αναπροσαρμόσει ή να λύση τη σύμβαση. Προκύπτει λοιπόν ότι η έννοια του δικαιοπρακτικού θεμελίου – όχι ταυτόσημη με την frustration του αγγλοσαξονικού δικαίου – δεν τυγχάνει εφαρμογής, καθότι ένα περιστατικό μιας επιδημίας, όπως του CoVid 19, δεν αποτέλεσε θεμέλιο μιας σύμβασης. Εκτός αν η σύμβαση συνδέεται με τον Κορωνοϊό: π.χ. προμήθεια μασκών εξαιρετικά μεγάλου αριθμού όταν όμως ακολουθεί ή όλως ξαφνική αλλά ευκταία πλήρης εξάλειψη της πανδημίας! Τότε ναι, ο αγοραστής μπορεί να επικαλεστεί το άρθρο 388 ΑΚ (Απρόοπτη μεταβολή των συνθηκών – Αν τα περιστατικά στα οποία κυρίως, ενόψει της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, τα μέρη στήριξαν τη σύναψη αμφοτεροβαρούς σύμβασης, μεταβλήθηκαν υστέρα, από λόγους που ήταν έκτακτοι και δεν μπορούσαν να προβλεφθούν, και από τη μεταβολή αυτή η παροχή του οφειλέτη, ενόψει και της αντιπαροχής, έγινε υπέρμετρα επαχθής, το δικαστήριο μπορεί κατά την κρίση του με αίτηση του οφειλέτη να την αναγάγει στο μέτρο που αρμόζει και να αποφασίσει τη λύση της σύμβασης εξολοκλήρου ή κατά το μέρος που δεν εκτελέστηκε ακόμη. Αν αποφασιστεί η λύση της σύμβασης, επέρχεται απόσβεση των υποχρεώσεων παροχής που πηγάζουν απ’ αυτήν και οι συμβαλλόμενοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να αποδώσουν τις παροχές που έλαβαν κατά τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό).

Επί του βασικού, όμως, ερωτήματος, Ποια είναι τα δεδομένα τα οποία πρέπει να αξιολογηθούν; Δύο, κατά τη γνώμη μου. Τόσο ότι υπάρχει «διάχυτη» η απειλή της μετάδοσης της ασθένειας κάτι που ενδεχομένως να συνέχεται με τη λεγόμενη «ηθική αδυναμία παροχής», όσο και το ότι η Πολιτεία, με διαδοχικές της κρατικές πράξεις και ασκώντας την μονομερή της εξουσία επιβάλλει διακοπή λειτουργίας κάποιων επιχειρήσεων και υπηρεσιών. Π.χ., αναστέλλεται η λειτουργία καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος, εμπορικών κέντρων κτλ, λοιπών χώρων συνάθροισης κοινού.

Ακόμη και αν δεν υπήρχαν οι κρατικές πράξεις για την αναστολή λειτουργίας κάποιων επιχειρήσεων, εκ των πραγμάτων κάποιες θα είχαν αναγκαστεί να κλείσουν. π.χ., ποιος θα πήγαινε να δει κινηματογράφο ή να φάει σε ένα εστιατόριο με πολύ κόσμο;

Εξ αυτού του λόγου, η Πολιτεία προνόησε και όχι μόνο ανέστειλε τη λειτουργία τους, αλλά για δύο βασικές συμβατικές σχέσεις – μίσθωσης και εργασίες – όρισε ειδικές ρυθμίσεις.

Ως προς τη μίσθωση, η πράξη κρατικής διαταγής με την οποία αναστέλλεται η λειτουργία της σημαίνει ότι ο εκμισθωτής αδυνατεί να παραχωρήσει τη χρήση του μισθίου. Έτσι, κατά το άρθρο 596 ΑΚ (Ο μισθωτής δεν απαλλάσσεται από το μίσθωμα, αν εμποδίζεται να χρησιμοποιήσει το μίσθιο από λόγους που αφορούν τον ίδιο. Έχει δικαίωμα όμως να αφαιρέσει από το μίσθωμα καθετί που ωφελήθηκε ο εκμισθωτής χρησιμοποιώντας το μίσθιο με άλλο τρόπο), ο μισθωτής απαλλάσσεται του μισθώματος, εφ’ όσον αδυνατεί να κάνει χρήση του για λόγους που δεν τον αφορούν. Εξ αυτού του λόγου η Πολιτεία όρισε την υποχρέωση του μισθωτή να καταβάλει το 60% του μισθώματος.

Ως προς τις συμβάσεις εργασίας για τις επιχειρήσεις που κλείνουν, κατά το άρθρο 656 ΑΚ (Υπερημερία του εργοδότη – Αν ο εργοδότης έγινε υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να απαιτήσει την πραγματική απασχόλησή του, καθώς και το μισθό για το διάστημα που δεν απασχολήθηκε. Δικαίωμα να απαιτήσει το μισθό έχει ο εργαζόμενος και στην περίπτωση που η αποδοχή της εργασίας είναι αδύνατη από λόγους που αφορούν στον εργοδότη και δεν οφείλονται σε ανώτερη βία.Στις ανωτέρω περιπτώσεις ο εργαζόμενος δεν είναι υποχρεωμένος να παράσχει την εργασία σε άλλο χρόνο. Ο εργοδότης, όμως, έχει δικαίωμα να αφαιρέσει από το μισθό καθετί που ο εργαζόμενος ωφελήθηκε από τη ματαίωση της εργασίας ή από την παροχή της αλλού), ο εργοδότης δεν έχει υποχρέωση να καταβάλει το μισθό του εργαζομένου μετά τον πρώτη μήνα, βλ. άρθρα 657 (Λόγοι που εμπόδισαν τον εργαζόμενο – Ο εργαζόμενος διατηρεί την αξίωση του για το μισθό, αν ύστερα από δεκαήμερη τουλάχιστον παροχή εργασίας εμποδίζεται να εργαστεί από σπουδαίο λόγο που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά του.Ο εργοδότης έχει δικαίωμα να αφαιρέσει από το μισθό τα ποσά που εξαιτίας του εμποδίου καταβλήθηκαν στον εργαζόμενο από ασφάλιση υποχρεωτική κατά το νόμο) και 658 ΑΚ (Το χρονικό διάστημα κατά το οποίο διατηρείται, σύμφωνα με το προηγούμενο άρθρο, η αξίωση για το μισθό σε περίπτωση εμποδίου, δεν μπορεί να υπερβεί τον ένα μήνα, αν το εμπόδιο εμφανίστηκε ένα τουλάχιστον έτος μετά την έναρξη της σύμβασης, και το μισό μήνα σε κάθε άλλη περίπτωση. Η αξίωση για το διάστημα αυτό υπάρχει και αν ακόμη ο εργοδότης κατάγγειλε τη μίσθωση επειδή το εμπόδιο του παρείχε το δικαίωμα αυτό.), αφού αδυνατεί να δεχθεί την εργασία του εργαζομένου όχι για λόγους που τον αφορούν αλλά για άλλους λόγους αναγόμενους σε κρατική εντολή. Από το μισθό του «μήνα» θα αφαιρεθεί όμως η «αναλογία» του επιδόματος των 800 €, το οποίο ως γνωστό καλύπτει 45 ημέρες.

Επανερχόμαστε λοιπόν στο μέτρο της ευθύνης του οφειλέτη στις λοιπές συμβάσεις με οικονομικό περιεχόμενο. Και διερωτώμεθα, τυχόν «οικονομική του αδυναμία» λόγω κλεισίματος της επιχείρησης, συνιστά λόγω απαλλαγής του από την πληρωμή; Η απάντηση – διαχρονικά είναι όχι. Παγίως γίνεται δεκτό ότι η οικονομική αδυναμία του οφειλέτη είναι γεγονός για το οποίο έχει ευθύνη. Ικανοποιεί αυτή η απάντηση; Η απάντηση προφανώς και όχι. Όταν οι οικονομικές συναλλαγές έχουν «παγώσει» – με χρηματιστήρια να καταρρέουν, αεροπορικές μεταφορές να παραλύουν και θεμελιώδεις ελευθερίες διακίνησης προσώπων αγαθών και υπηρεσιών άνευ εμποδίων προσωρινά αναστέλλονται, πρέπει να βρεθεί μια «διορθωτική» τομή.

Εδώ, ακριβώς, τυγχάνει εφαρμογής η αρχή της καλής πίστης. έτσι, κατά το διάστημα της περιόδου της «πανδημίας» έστω και αν αυτή δεν συνιστά λόγω απαλλαγής του οφειλέτη, πρέπει να γίνει δεκτό ότι λόγω της εφαρμογής της αρχής της καλόπιστης εκπλήρωσης της παροχής, στην διορθωτική, πια, λειτουργία της, αμβλύνεται ο άκαμπτος χαρακτήρας της απαγόρευσης της επίκλησης της οικονομικής αδυναμίας ως λόγου απαλλαγής του οφειλέτη από την ευθύνη και, τουλάχιστον, προσωρινά, πρέπει να γίνει δεκτό ότι «αδρανούν» τα δικαιώματα του δανειστή αν η εκπλήρωση της παροχής εκ μέρους του οφειλέτη είναι «καθυστερημένη» ή προσωρινά δεν μπορεί να εκπληρωθεί.

Βέβαια, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι κάθε υπόθεση/ σύμβαση πρέπει να εξετάζεται ad hoc για να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα (π.χ., όταν κάποιος περιμένει την πρώτη ύλη για να κατασκευάσει το εμπόρευμα που θα πωλήσει σε τρίτον και δεν μπορεί να λάβει την πρώτη ύλη λόγω απαγόρευσης εξαγωγών, τότε δεν έχει ευθύνη ούτε οφείλει πληρωμή, αν όμως την παραλάβει δεν μπορεί να επικαλεστεί οικονομική του αδυναμία λόγω του CoVid19), αναμένεται να ληφθούν μέτρα από την Πολιτεία για «επείγουσες» οικονομικές υποχρεώσεις, π.χ. λήξη περιόδου πληρωμής μεταχρονολογημένων επιταγών.

Το ίδιο, έπραξε, η πολιτεία, στις περιπτώσεις “δανειακών συμβάσεων”. Λόγω της γενικής αρχής περί μη απαλλαγής σε περίπτωση οικονομικής αδυναμία, η Πολιτεία εξήγγειλε, ορθώς, μέτρα “αναστολής πληρωμών” δανειακών υποχρεώσεων.

Δρ. Ευάγγελος Μαργαρίτης

 


ΠΑΣΚΚΕΔΙ

Πανελλήνιο Σωματείο Καταστημάτων και Καταναλωτών Εστίασης και Διασκέδασης. Εξειδικευμένο portal ενημέρωσης για τον κλάδο της Εστίασης και τους καταναλωτές.


ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ