Η υπόθεση έφτασε στη Δικαιοσύνη μετά τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από την Οικονομική Εισαγγελία. Η δικογραφία ανατέθηκε, όπως προβλέπει ο νόμος, στην ανακρίτρια κατά της διαφθοράς.

Μετά την αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου που ορίζει ότι η ποινική δίωξη των τραπεζικών στελεχών δεν θα γίνεται πλέον αυτεπάγγελτα από τον εισαγγελέα, αλλά μετά από έγκληση που θα υποβάλλουν τα πιστωτικά ιδρύματα, λόγω μη υποβολής τέτοιου είδους έγκλησης εκ μέρους των τραπεζών, η δικογραφία «έκλεισε» χωρίς να κληθούν σε απολογία οι κατηγορούμενοι.

Στη συνέχεια διαβιβάστηκε στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών της Αθήνας, το οποίο με βούλευμά του έκρινε ότι η σχετική διάταξη του Ποινικού Κώδικα είναι αντισυνταγματική. Ως εκ τούτου, ο φάκελος επέστρεψε πίσω στη δικαστική λειτουργό, η οποία με τη σειρά της συνέταξε κατηγορητήρια καλώντας σε απολογία όλα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα.

Συγκεκριμένα, η ασκηθείσα ποινική δίωξη αφορά τα τραπεζικά στελέχη που ενέκριναν τις δανειοδοτήσεις για την περίοδο από το 2005 ως και το 2011, που αντιμετωπίζουν κατηγορία για απιστία εις βάρος των τραπεζών σε βαθμό κακουργήματος, ως φυσικοί αυτουργοί, ενώ για ηθική αυτουργία διώκονται οι υπεύθυνοι των κομματικών ταμείων.

ΠΗΓΗ