Η κυβέρνηση αναψυκτηρίου και η ποινικοποίηση της τέχνης

8 Μαΐου, 2021
estiatorio (2)
Του Θωμά Τσαλαπάτη
Η απαγόρευση της μουσικής είναι η εμβάθυνση και η συνέχεια της επίθεσης απέναντι στους ανθρώπους της τέχνης και απέναντι σε όσα η τέχνη προσφέρει και επιβάλλει.
Θα μπορούσε να είναι απλώς ακόμη μία στιγμή ασυναρτησίας στην ανθολογία των ασυνάρτητων μέτρων στα οποία μας έχει συνηθίσει η κυβέρνηση. Η απαγόρευση της μουσικής στα μπαρ και τα εστιατόρια, ώστε να μη μιλούμε δυνατά όταν βρισκόμαστε -επιτέλους- με φίλους και γνωστούς, μπορεί να σταθεί επάξια δίπλα στην απαγόρευση κυκλοφορίας νωρίτερα τα Σαββατοκύριακα, την ποτοαπαγόρευση μετά τις 12, τις κουβέρτες στα σχολεία με τα ανοιχτά παράθυρα και ακόμη τόσες υπέροχες στιγμές ανεμελιάς και υπερκομψότητας που απλόχερα μας χαρίζει η κυβέρνηση των αρίστων μας.

Για κάποιον λόγο, όμως, το μέτρο δεν λειτουργεί έτσι. Και αυτό γιατί έρχεται να συνομιλήσει με μια σειρά αποφάσεων και δηλώσεων στοιβαγμένων ως απαξία απέναντι στην τέχνη και τους ανθρώπους της. Τόσο τους δημιουργούς όσο και τους δέκτες της.

Η ελάχιστη μέριμνα απέναντι στους ανθρώπους του πολιτισμού με το όποιο μέτρο να θυμίζει περισσότερο απαξιωτική φιλανθρωπία, η εμμονική εξαίρεση των καλλιτεχνικών χώρων και εκδηλώσεων από τον όποιο σχεδιασμό ανοίγματος, οι δηλώσεις Μενδώνη για καλλιτέχνες που αμείβονται «μαύρα», η ταύτιση της υποκριτικής με την υποκρισία και η γενικότερη απαξίωση όπως αυτή καταγράφηκε στη διαχείριση της υπόθεσης Λιγνάδη και του #Metoo, έρχονται να κάνουν τη σιωπή της μουσικής να ακούγεται ακόμα πιο εκκωφαντική.

Είναι άλλωστε και οι πρόσφατες δηλώσεις Γεραπετρίτη που επεξηγούν και περιγράφουν τη λογική πίσω από τις κυβερνητικές αποφάσεις. Η εκτίμηση πως «η διατήρηση της υποχρέωσης των πολιτών να στέλνουν SMS έχει μια συμβολική σημασία, αλλά και μια παιδαγωγική ιδιότητα» διατρέχει πια το σύνολο των αποφάσεων. Τις κωδικοποιεί όχι ως υγειονομικά μέτρα, αλλά ως ηθικές επιδιώξεις. Ως αποφάσεις που έχουν στόχο τη δημιουργία στάσεων και ανθρώπων, το ξερίζωμα τρόπων και συνηθειών, τον καθορισμό του ορθού και αποδεκτού. Μιλούμε πια για ανθρώπους εθισμένους στην πειθάρχηση, στην καταστολή και στον έλεγχο εκδηλώσεων και συμπεριφορών, στη διαχείριση της συμπεριφοράς των άλλων με γνώμονα έναν πουριτανικό υπερσυντηρητισμό που ταυτίζεται αυθαίρετα με την υγεία.

Η απαγόρευση της μουσικής δεν είναι μόνο μέτρο πειθάρχησης, είναι η ποινικοποίηση της ίδιας της χαράς. Είναι η επιβολή του πένθους ως όρου συνάντησης των ανθρώπων. Η επαφή σε ένα μουντό φόντο με στόχο την ελαχιστοποίηση της απόλαυσης. Η μιζέρια ως υγειονομική αποστείρωση.

Η απουσία της μουσικής ηχεί σαν μια διαρκής απειλητική υπενθύμιση. Ενα «μη νομίζετε πως τελειώσαμε μαζί σας» την ώρα της κοινωνικής επαφής και συναναστροφής που στερηθήκαμε εδώ και τόσους μήνες. Είναι το πραξικόπημα της μελαγχολίας. Μιας επιβεβλημένης μελαγχολίας ως εξατομικευμένης πολιτικής υποχρέωσης των ανθρώπων.

Είναι η μιζέρια των ανθρώπων που αντιλαμβάνονται την τέχνη σαν απλό συνοδευτικό. Σαν μια περιττή πολυτέλεια που δεν έχει κανένα λειτουργικό ρόλο στην κοινωνία τους. Η αλφάβητος των ανθρώπων που έχουνε βιβλία απλώς για να γεμίζουν το κενό ανάμεσα στα μπιμπλό στη βιβλιοθήκη του σαλονιού. Των ανθρώπων που δεν ένιωσαν, δεν έζησαν, δεν είδαν. Μόνο χόρτασαν λαίμαργα τα φρούτα της παρακμής στις πίστες της εξαχρείωσης.

Η απαγόρευση της μουσικής δεν είναι ένα μέτρο αυτοτελές. Είναι η εμβάθυνση και η συνέχεια της επίθεσης απέναντι στους ανθρώπους της τέχνης και απέναντι σε όσα η τέχνη προσφέρει και επιβάλλει. Την αισθητική απόλαυση και τoν διονυσιασμό, την ουσιαστική συνάντηση των ανθρώπων εντός της, τη διαρκή υπενθύμιση της κριτικής υποχρέωσης και της αμφισβήτησης.

Τα μπαρ και τα καφέ μετατρέπονται έτσι από χώροι συνάντησης ανθρώπων, παρεών, καλλιτεχνών, από σημεία συνάντησης, συνδημιουργίας και ανταλλαγής σε αναψυκτήρια. Οταν το 1983 ο Μάνος Χατζιδάκις έδωσε συναυλία στο Αλσος Νέας Σμύρνης στη γιορτή της ΟΝΝΕΔ διέκοψε ενοχλημένος τη συναυλία μετά το εικοσάλεπτο, χαρακτηρίζοντας τους ΟΝΝΕΔίτες «νεολαία αναψυκτηρίου». Μετά τη συναυλία ο Χατζιδάκις δήλωσε: «Εφυγα σε είκοσι λεπτά, κακήν κακώς. Είχα το αίσθημα ότι έπαιξα σε ένα αναψυκτήριο, όχι σε συναυλία, τέτοια ντροπή δεν είχα ξανανιώσει στη ζωή μου».

Ε, λοιπόν, η νεολαία αυτή ενηλικιώθηκε και προσπαθεί να απλώσει το αναψυκτήριό της σε ολόκληρη τη χώρα. Ποινικοποιώντας την τέχνη και δίνοντας μάχη υπέρ των νυχάδικων, επιβάλλοντας τη σιωπή σε μια κοινωνία μπουχτισμένη από την παύση, ψάχνοντας «παιδαγωγικές ιδιότητες» απέναντι σε πολίτες στους οποίους έχει στερήσει τις ανθρώπινες ιδιότητες.

Ακόμα και αν το μέτρο καταργηθεί από την ίδια την ηλιθιότητά του, το ηθικό του πρόταγμα παραμένει. Η μουσική και η τέχνη δεν έχουν θέση στην κοινωνία των αρίστων.

ΠΗΓΗ


ΠΑΣΚΚΕΔΙ

Πανελλήνιο Σωματείο Καταστημάτων και Καταναλωτών Εστίασης και Διασκέδασης. Εξειδικευμένο portal ενημέρωσης για τον κλάδο της Εστίασης και τους καταναλωτές.


ΚΑΛΕΣΤΕ ΜΑΣ