Σε άνοιγμα της συζήτησης για την παραβατικότητα και τα κυκλώματα καθηγητών στο πανεπιστήμιο οδήγησε η ιστορία που φαίνεται να κρύβεται πίσω από τον ξυλοδαρμό του καθηγητή στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών την περασμένη Τρίτη. Παρά το κατά τεκμήριο υψηλό επίπεδο γνώσης και έρευνας που παράγεται στα ελληνικά δημόσια πανεπιστημιακά ιδρύματα, μια σειρά από υποθέσεις θυμίζουν ότι «οι πανεπιστημιακοί δεν είναι άγγελοι», όπως λέει στο tvxs.gr ο αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Σπύρος Γεωργάτος.

Ο κ. Γεωργάτος βλέπει σε πολλές περιπτώσεις κατάχρηση του τεκμηρίου της αθωότητας με αποτέλεσμα ελεγχόμενοι για παραβάσεις καθηγητές να συνεχίζουν την άσκηση των καθηκόντων τους, εκθέτοντας έτσι το πανεπιστήμιο σε κάθε είδους πιθανή αρνητική για τους ίδιους τροπή των υποθέσεων. Από την πλευρά της η καθηγήτρια Εγκληματολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Σοφία Βιδάλη υποστηρίζει πως φαινόμενα σαν και το πρόσφατο στην ΑΣΟΕΕ «είναι μάλλον αναμενόμενα ως συστατικά στοιχεία μιας ακαδημαϊκής ζωής, που καθοδηγείται από την αγορά».

Τί συμβαίνει στην ΑΣΟΕΕ;

Μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ, πρώην ΑΣΟΕΕ) θεωρούν πως στο ΟΠΑ κυριαρχεί μία ομάδα καθηγητών που εκμεταλλεύεται το κύρος και τα προνόμια του πανεπιστημίου για να εξυπηρετεί ιδιοτελείς σκοπούς. Στο εξώδικο που είχε στείλει τον περασμένο Μάρτιο προς την υπουργό Παιδείας ο καθηγητής Γεώργιος Βάμβουκας και το οποίο αποκάλυψε το tvxs.gr, έκανε λόγο για «άντρο παρανομίας, υπόθαλψης εγκληματικών στοιχείων και κουκουλώματος».

«Θλίψη και απογοήτευση προκαλεί η αδιαμφισβήτητη διαπίστωση ότι καθηγητές του ΟΠΑ που ήταν ή είναι, ποινικά ελεγχόμενοι, διωκόμενοι ή καταδικασθέντες από τις Δικαστικές Αρχές για την διάπραξη διαφόρων αξιόποινων πράξεων, κατείχαν ή εξακολουθούν να κατέχουν θεσμικές θέσεις στο Ίδρυμα, συμμετέχοντας έτσι στην διαχείριση, την διανομή και την ιδιοποίηση χρηματικών πόρων πολλών εκατομμυρίων ευρώ. Σημειωτέον, ότι τα έσοδα του ΟΠΑ από δίδακτρα μεταπτυχιακών προγραμμάτων, ερευνητικών έργων, προγράμματα διά βίου μάθησης, κληροδοτήματα, χορηγίες κ.ο.κ, εκτιμωνται ετησίως σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ», έγραφε ο κ. Βάμβουκας.

Στην αποκάλυψη των καταγγελιών αυτών η Σύγκλητος του ΟΠΑ δεν έχει απαντήσει. Στο ψήφισμα που εξέδωσε μετά την έκτακτη συνεδρίασή της το μεσημέρι της Πέμπτης δεν υπάρχει καμία αναφορά σε παραβατικές συμπεριφορές καθηγητών ή εμπλοκή τους σε σκοτεινές υποθέσεις.

Φοιτητές του ΟΠΑ είπαν στο tvxs.gr ότι εδώ και δεκαετίες μια καθηγητική ελίτ κυριαρχεί στο πανεπιστήμιο, ελίτ είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθεί από τη στιγμή που ο νόμος Διαμαντοπούλου κατήργησε τη συμμετοχή των φοιτητών στην εκλογή των πρυτανικών αρχών. Ένα μέτρο που, σύμφωνα με έμπειρο πανεπιστημιακό, μείωσε την διαπλοκή μεταξύ καθηγητών και φοιτητών (διαρροή θεμάτων, προνομιακές βαθμολογήσεις κτλ) αλλά ταυτόχρονα μείωσε και τη δυνατότητα ελέγχου των πρώτων από τους δεύτερους.

Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι κάποια πολιτικά κόμματα ή κυβερνήσεις παρείχαν κάλυψη σε τυχόν παράνομες ενέργειες καθηγητών της ΑΣΟΕΕ. Η σύνδεση πάντως του εν λόγω πανεπιστημίου με συγκεκριμένες κυβερνήσεις είναι αδιαμφισβήτητη. Τέσσερις υπουργοί Οικονομικών της τελευταίας 20ετίας έχουν διδάξει στα αμφιθέατρα της οδού Πατησίων: Νίκος Χριστοδουλάκης, Γιώργος Αλογοσκούφης, Γιώργος Παπακωνσταντίνου και ο νυν υπουργός, Χρήστος Σταϊκούρας. Ο κ. Αλογοσκούφης μάλιστα, υπουργός Οικονομικών των κυβερνήσεων Καραμανλή (2004-2009), είναι πλέον Πρόεδρος του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του ΟΠΑ.

Οι τέσσερις μορφές της καθηγητικής παραβατικότητας

Από υποθέσεις καθηγητικής παραβατικότητας, ή ύπαρξης κατηγορίας για τέτοια, που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, μπορούμε να κωδικοποιήσουμε τις εξής τέσσερις μορφές της.

Διαχείριση δημοσίου χρήματος, επιχορηγήσεων από το Κράτος, άλλους δημόσιους ή ευρωπαϊκούς φορείς και ερευνητικά προγράμματα. Παρά τον μεγάλο αριθμό τέτοιων υποθέσεων που κατά καιρούς έχουν δει το φως της δημοσιότητας, οι καταδίκες καθηγητών σε πειθαρχικό ή ποινικό επίπεδο είναι ελάχιστες. Υποθέσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας, όπως αυτή του πολυδάπανου προγράμματος για τους Τσιγγανόπαιδες που έτρεξε το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων από το 1997 έως το 2010 και αυτή των ελεγχόμενων συμβάσεων σίτισης στο Δημοκρίτειο για την οποία το 2017 ο τότε υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου αποφάσισε την παύση καθηκόντων του πρύτανη Αθ. Καραμπίνη, δεν έχουν καταλήξει στα ποινικά δικαστήρια.

Πανεπιστημιακός περιγράφει στο tvxs.gr μια πρακτική που εφαρμόζουν συνάδελφοί του για να αποκομίζουν, με σύννομο βέβαια τρόπο, σημαντικά ποσά. Σε περιπτώσεις που ιδιώτες θέλουν να πάρουν κάποιο πρόγραμμα που απαιτεί επιστημονική διεύθυνση, οι καθηγητές ουσιαστικά προσφέρουν την ακαδημαϊκή τους ιδιότητα έναντι μιας προμήθειας, χωρίς ωστόσο να έχουν την παραμικρή ουσιαστική ανάμειξη στην υλοποίηση του προγράμματος. Εμφανίζονται ως επιστημονικοί υπεύθυνοι και πληρώνονται γι’ αυτό.

Παράβαση καθήκοντος κατά την άσκηση των καθηκόντων. Πρόκειται για αδικήματα που στην πλειοψηφία τους αφορούν πανεπιστημιακούς ιατρούς. Το 2014 πανεπιστημιακός γιατρός που δίδασκε στο ΑΠΘ καταδικάστηκε για «φακελάκι» 1000 ευρώ αφού είχε συλληφθεί επ’ αυτοφώρω.

Παραβατικές συμπεριφορές σε σχέση με τους φοιτητές και εργαζόμενους στο πανεπιστήμιο. Παράδειγμα είναι η υπόθεση στο ΤΕΙ Σερρών όπου καθηγητής είχε στήσει κύκλωμα με το οποίο εξανάγκαζε φοιτητές να πληρώνουν αδρά προκειμένου να περάσουν τα μαθήματα. Ο συγκεκριμένος καθηγητής μάλιστα πέρασε δέκα μήνες στη φυλακή της Νιγρίτας, από τον Οκτώβριο του 2018 έως τον Αύγουστο του 2019. Παύθηκε οριστικά από τα καθήκοντά του τον Οκτώβριο του 2020, με απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου των μελών ΔΕΠ.

Στην κατηγορία αυτή της καθηγητικής παραβατικότητας εντάσσονται προφανώς και όλες οι υποθέσεις σεξουαλικής παρενόχλησης εις βάρος φοιτητών-φοιτητριών. Οι δεκάδες καταγγελίες που είχαν γίνει στο ΑΠΘ και την Σχολή Καλών Τεχνών μαρτυρούν την ύπαρξη σοβαρού προβλήματος στον χώρο.

Λογοκλοπή. Πρόκειται για την ευρέως γνωστή ως «αντιγραφή». Προκειμένου να παρουσιάσουν ερευνητικό ή συγγραφικό έργο χωρίς τον απαιτούμενο κόπο, πανεπιστημιακοί ενσωματώνουν ως δικά τους αποσπάσματα από έργα συναδέλφων τους. Είναι ένα αδίκημα που θεωρείται εξαιρετικά σοβαρό στους ακαδημαϊκούς κύκλους.

Αδικήματα όπως αυτά της απάτης, της τοκογλυφίας και της παιδεραστίας, για τα οποία ελέγχονται καθηγητές της ΑΣΟΕΕ, δεν μπορούν να ταξινομηθούν σε κάποια από τις παραπάνω κατηγορίες γιατί δεν συνδέονται άμεσα με την ακαδημαϊκή ιδιότητα των ελεγχόμενων από τη Δικαιοσύνη προσώπων. Αυτό δε σημαίνει ωστόσο ότι τυχόν εμπλοκή τους σε τέτοια αδικήματα, πόσο μάλλον κακουργήματα όπως η παιδεραστία, δεν εκθέτει το ίδρυμα στο οποίο διδάσκουν και το ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο ως θεσμό.

Το «τεκμήριο της αθωότητας» και τα τεκμήρια των αδικημάτων

Ο αντιπρύτανης στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Σπύρος Γεωργάτος ξεχωρίζει στο tvxs.gr δύο κατηγορίες υποθέσεων. Στην πρώτη ισχύει απολύτως το τεκμήριο της αθωότητας, στη δεύτερη αυτό μπορεί να καμφθεί.

«Από την εμπειρία μου έχω διαπιστώσει ότι οι καταγγελίες που γίνονται στη διοίκηση των ΑΕΙ ανήκουν σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη αφορά γεγονότα ή εικασίες για τις οποίες δεν υπάρχουν άμεσες αποδείξεις και είναι ουσιαστικά «ο λόγος της μιας πλευράς απέναντι στους ισχυρισμούς της άλλης». Π.χ., καταγγελίες για υβριστική συμπεριφορά, παρενόχληση, προσβολή της αξιοπρέπειας, κλπ., είναι δύσκολο να αξιολογηθούν μέσω μιας ένορκης διοικητικής εξέτασης (Ε.Δ.Ε.) αν δεν υπάρχουν άλλα τεκμήρια. Σε αυτές τις περιπτώσεις ισχύει απολύτως το λεγόμενο «τεκμήριο της αθωότητας», μέχρι οι αντίστοιχες υποθέσεις να τελεσιδικήσουν στο ανώτατο πειθαρχικό συμβούλιο ή τα ποινικά δικαστήρια. Εάν η Σύγκλητος ερωτηθεί από το υπουργείο για το αν και κατά πόσον οι εμπλεκόμενοι θα πρέπει να απέχουν από τα καθήκοντα τους μέχρι να αποδειχτεί η αθωότητά τους, η απόφαση δεν θα είναι εύκολη. Το Πανεπιστήμιο δεν μπορεί να παίζει τον ρόλο του ανακριτή, πολύ περισσότερο δε τον ρόλο του δικαστή. Διότι, η προσωρινή αργία, όπως και να το κάνουμε, δημιουργεί εντυπώσεις και είναι μια περιοριστική συνθήκη», σημειώνει ο αντιπρύτανης.

Για τη δεύτερη όμως κατηγορία ο κ. Γεωργάτος λέει τα εξής: «Υπάρχουν όμως και άλλες περιπτώσεις, όπου τα τεκμήρια είναι από την αρχή εκεί. Π.χ., περιπτώσεις λογοκλοπής μπορούν άμεσα να ελεγχθούν -και θα τολμούσα να πω να αποδειχθούν- ακόμη και στο επίπεδο μιας απλής Ε.Δ.Ε., πριν φτάσουν στο ανώτατο πειθαρχικό. Περιπτώσεις βιαιοπραγίας μπορεί να τεκμηριωθούν από ιατροδικαστικά ευρήματα ή μαρτυρίες προσώπων που ήταν παρόντα στο επεισόδιο. Το ίδιο ισχύει και για ένα άλλο συχνό φαινόμενο, τη δωροληψία, που αρκετές φορές συνοδεύεται από επ’ αυτοφώρω σύλληψη. Εδώ, όπως λένε οι νομικοί, το «τεκμήριο της αθωότητας», κάμπτεται, εξ ου και υπάρχει περίπτωση οι κατηγορούμενοι να οδηγηθούν σε προφυλάκιση. Όταν έχουμε να κάνουμε με τέτοιες περιπτώσεις, η Σύγκλητος μπορεί να ερωτηθεί, αλλά το υπουργείο έχει το δικαίωμα να θέσει έναν πανεπιστημιακό σε υποχρεωτική αργία, ανεξάρτητα από τη γνώμη του οργάνου -και το έχει κάνει».

Επ’ αυτού, ο αντιπρύτανης στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων σημειώνει: «Να έχετε πάντως υπ’ όψιν ότι η ρητορική περί “τεκμηρίου της αθωότητας”, όπως εργαλειοποιείται από ορισμένες πλευρές, μπορεί να εμφανίσει το μαύρο ως άσπρο, οδηγώντας μάλιστα σε λοιδορίες, απειλές ή ακόμα και αγωγές ενάντια σε εκείνους που αποκαλύπτουν ένα σκάνδαλο ή ελέγχουν τη βασιμότητα μιας καταγγελίας στο Πανεπιστήμιο. Όλα αυτά εν ονόματι του ευρωπαϊκού δικαίου και της… Γαλλικής Επανάστασης. Αυτό είναι φυσικά μια παραφθορά και της νομοθεσίας και της ακαδημαϊκής δεοντολογίας. Η άποψή μου είναι ότι οι εμπλεκόμενοι σε παραπτώματα για τα οποία υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ή άμεσες αποδείξεις που περιγράφονται σε μια Ε.Δ.Ε. θα πρέπει να τίθενται αυτομάτως εκτός ακαδημαϊκής διαδικασίας, μέχρι η υπόθεση να τελεσιδικήσει. Αν είχε συμβεί κάτι τέτοιο, δεν θα είχαμε τώρα όλη αυτή την κατάσταση που διαβάζουμε στις εφημερίδες επ’ αφορμή των γεγονότων της ΑΣΟΕΕ. Άλλο βέβαια η υποχρεωτική αργία, που είναι ένα προληπτικό μέτρο για να μην τελεστούν επιπρόσθετα αδικήματα, και άλλο η βιαιοπραγία, που είναι καταδικαστέα ως μέθοδος απονομής “δικαιοσύνης”».

Ο κ. Γεωργάτος επισημαίνει ωστόσο ότι χρειάζεται πολύ μεγάλη προσοχή στην αναπαραγωγή των υποθέσεων παραβατικότητας των καθηγητών, προκειμένου να αποφεύγονται οι γενικεύσεις. «Οι πανεπιστημιακοί δεν είναι άγγελοι. Πολλές φορές παραβαίνουν τον νόμο και τους κανόνες κατά τρόπο προκλητικό. Μερικές φορές τα νέα φτάνουν, όπως είναι ή παραποιημένα, στα ΜΜΕ και χρησιμοποιούνται για να αμαυρωθεί η εικόνα των ΑΕΙ και να δημιουργηθεί η εντύπωση της απόλυτης ανομίας. Αυτό διαρρηγνύει τους δεσμούς του Πανεπιστημίου με την κοινωνία και υπονομεύει το κύρος των Ιδρυμάτων».

Όταν όλα αξιολογούνται με όρους αγοράς…

Σχέση αιτίου – αιτιατού βλέπει μεταξύ της στροφής του ελληνικού πανεπιστημίου προς την αγορά και των παραβάσεων στις οποίες υποπίπτουν καθηγητές, η καθηγήτρια Εγκληματολογίας και Αντεγκληματικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Σοφία Βιδάλη.

Με αφορμή την υπόθεση του ξυλοδαρμού του καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου από κουκουλοφόρους, η καθηγήτρια είπε στο tvxs.gr: Μια γενικότερη διαπίστωση που προκύπτει με αφορμή την υπόθεση αυτή, είναι ότι εφόσον η αγορά είναι το βασικό επίδικο της κοινωνίας μας σήμερα και όλες οι κοινωνικές σχέσεις και δραστηριότητες αξιολογούνται με βάση τα κριτήρια που η αγορά θέτει (αποτελεσματικότητα, όφελος, ταχύτητα κλπ), και ο χώρος του πανεπιστημίου ως κατ΄εξοχήν κοινωνικός θεσμός, δεν μπορεί να μείνει έξω από αυτήν την τάση.

Συστηματικά και εδώ και χρόνια είναι επίσημη πολιτική πολλών κυβερνήσεων το άνοιγμα και η σύνδεση του πανεπιστημίου με την αγορά. Εφόσον αυτή η τάση προτάσσεται έναντι της επιδίωξης της ανεξάρτητης επιστημονικής έρευνας, παροχής γνώσης και παιδείας στους φοιτητές, φαινομενα, όπως αυτό που συνέβη, είναι μάλλον αναμενόμενα ως συστατικά στοιχεία μιας ακαδημαϊκής ζωής, που καθοδηγείται από την αγορά».

Συνεχίζοντας η κα. Βιδάλη αναφέρθηκε στις διαδικασίες αξιολόγησης των πανεπιστημίων. «’Οταν για παράδειγμα στις διαδικασίες αξιολόγησης και πιστοποίησης των πανεπιστημίων μας ζητείται η σύνδεση με την κοινωνία και ως τέτοια λογίζονται οι επιχειρήσεις κυρίως, τότε δεν πρέπει να εκπλήσσουν ούτε οι καθηγητές – επιχειρηματίες, ούτε η επιχειρηματική λογική ούτε η μεταφορά στο χώρο των ΑΕΙ εκείνων των συγκρούσεων που είναι τυπικές στον επιχειρηματικό ανταγωνισμό (π.χ. δικαστικές διαμάχες κλπ). Είναι δε αξιοσημείωτο σε αυτό το πλαίσιο – και σύμφωνα με τα δημοσιεύματα – ότι οι επιχειρηματίες (μέλη ΔΕΠ ή μη) φαίνεται ότι οικειοποιούνται λογικές “τιμωρίας” τυπικές του οργανωμένου εγκλήματος. Και αυτό πρέπει να προβληματίσει πάρα πολύ, και για το πού πάει το πανεπιστήμιο αλλά και στη συγκεκριμένη υπόθεση».

ΠΗΓΗ