Εστίαση: Τραγική είναι η κατάσταση στο κλάδο της εστίασης, με χιλιάδες επιχειρηματίες να αγωνιούν για το μέλλον των επιχειρήσεών τους μετά το λουκέτο μηνών, λόγω κορονοϊού. Πλέον, ο κίνδυνος να κατεβάσουν οριστικά ρολά, είναι πιο ορατός από ποτέ.

Αντιμέτωπες με το οριστικό «λουκέτο» βρίσκονται άμεσα, εντός δηλαδή του επόμενου τριμήνου, το 11% των επιχειρήσεων εστίασης, ενώ αντίστοιχο κίνδυνο μες στο επόμενο εξάμηνο εκτιμούν ότι αντιμετωπίζει το 45% των επιχειρήσεων του κλάδου.

Εάν αναλογιστεί κανείς ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) στον κλάδο δραστηριοποιούνται περί τις 80.000 επιχειρήσεις, εάν δεν αλλάξει κάτι δραματικά το αμέσως επόμενο διάστημα, μπορεί στις αρχές του καλοκαιριού να δούμε πάνω από 8.000 «λουκέτα» σε ταβέρνες, καφέ, μπαρ.

Ο κλάδος της εστίασης βρίσκεται ήδη στον πέμπτο μήνα αναστολής λειτουργίας με κρατική εντολή με την έξοδο από το τούνελ να είναι ακόμη πολύ μακριά.

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις η εστίαση δεν αναμένεται να επαναλειτουργήσει πριν από το Πάσχα και δεν είναι λίγοι εκείνοι που εκτιμούν ότι η αναστολή λειτουργίας αναμένεται να διαρκέσει έως τον Ιούνιο.

Ωστόσο, οι επιχειρήσεις του κλάδου και ειδικά όσες δεν έχουν τη δυνατότητα να έχουν έστω μερική δραστηριότητα μέσω των υπηρεσιών delivery ή/και take away, έχουν ελάχιστα ταμειακά διαθέσιμα και ταυτόχρονα συσσωρευμένα πολλά χρέη.

Την ίδια ώρα υπολογίζεται ότι το 75,38% των επιχειρήσεων του κλάδου της εστίασης έχουν αναστείλει συμβάσεις εργασίας.

Τούτο σημαίνει ότι περίπου 200.000 εργαζόμενοι του κλάδου βρίσκονται σε αναστολή εργασίας, θέσεις που χαρακτηρίζονται πλέον από μεγάλη επισφάλεια.

Υπάρχει κίνδυνος απότομης αύξησης της ανεργίας εάν οι επιχειρήσεις που τελούν σε αναστολή ή υπολειτουργούν και έχουν αναστείλει συμβάσεις εργασίας προχωρήσουν σε εκτεταμένες απολύσεις εάν αρθούν ή δεν επεκταθούν τα μέτρα προστασίας.

Αυτό θα είναι αποτέλεσμα είτε διακοπής της επιχειρηματικής δραστηριότητας, είτε υπό το βάρος των συσσωρευμένων υποχρεώσεων και της μειωμένης ζήτησης δεδομένου ότι η επαναφορά στην οικονομική και κοινωνική κανονικότητα δεν θα γίνει αυτόματα αλλά σταδιακά.

Εστίαση: «Ανοίξτε μας, αιμορραγούμε»

Χαρακτηριστικό είναι ότι μόνο στην Αττική,  περίπου 40 επιχειρήσεις εστίασης έχουν κλείσει στην περιοχή του Κολωνακίου, σε Σκουφά, Τσακάλωφ, Βαλαωρίτου. Εικόνα εγκατάλειψης παρουσιάζουν και αρκετά καταστήματα στην περιοχή του Ψυρρή, ενώ στο Γκάζι τουλάχιστον 10 μαγαζιά έχουν βάλει λουκέτο το τελευταίο διάστημα. Ανάλογη εικόνα παρουσιάζουν και αρκετά καταστήματα εστίασης στα Βόρεια Προάστια της πρωτεύουσας, όπως Αγία Παρασκευή, Κηφισιά, Χαλάνδρι, Χολαργό και Νέα Ερυθραία.

Με την επιστρεπτέα προκαταβολή, «Το 40% των επιχειρήσεων αποκλείστηκε, το μέσο ποσό επιστρεπτέας ήταν 4.900€ και η πλειονότητα των επιχειρήσεων εισέπραξει από 1.000 – 3.000€, ενώ οι πάγιες λειτουργικές ανάγκες της πιο μικρής επιχείρησης του Κλάδου ξεπερνούν τις 3.000€ μηνιαίως. Χωρίς μάλιστα σε αυτό το ποσό να συνυπολογίζουμε τις ανάγκες που έχει κάθε επαγγελματίας για να συντηρήσει την οικογένειά του».

Οι επιχειρηματίες της εστίασης τονίζουν ότι «για πολλοστή φορά επισημαίνουμε μια ζοφερή πραγματικότητα με την οποία αναμετρώνται καθημερινά δεκάδες χιλιάδες επαγγελματίες: Την μείωση του κύκλου εργασιών κατά 45% για τους μήνες λειτουργίας του 2020, τα περιοριστικά μέτρα στο ωράριο λειτουργίας που μείωσαν τον κύκλο εργασιών και τα τοπικά lockdown με τις ζημιές που προκάλεσαν στα ευαλλοίωτα προϊόντα δυσκολεύοντας ακόμη περισσότερο την ζωή μας και την ζωή των οικογενειών μας. Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι η σωρευτική δημιουργία ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων που έχει να λάβει τη μορφή χιονοστιβάδας ακόμη και για επιχειρήσεις υγιείς και σταθερά κερδοφόρες».

Εστίαση: Τραγικά νέα – Στο «χείλος του γκρεμού» οι επιχειρηματίες

Πότε θα ανοίξουν μπαρ, εστιατόρια και καφέ; Αυτή είναι η πιο συχνή ερώτηση που ακούς πλέον από όλους, μιας και οι συνθήκες καραντίνας έχουν κουράσει τους πολίτες. Ο κλάδος της εστίασης από την πλευρά του, δεν ξέρει πόσοι και πώς θα επιβιώσουν μετά την πανδημία.

Ο κλάδος παραγωγής και εμπορίας αλκοολούχων ποτών εκπέμπει SOS. Μετά την υψηλή φορολογία και το λαθρεμπόριο ο κλάδος, που έχει μία συνολική επίδραση στην εφοδιαστική αλυσίδα 2,3 δις ευρώ ετησίως και απασχολεί 66.000 ανθρώπους, βρίσκεται αντιμέτωπος με τις σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας μιας και αποτελεί βασικό προμηθευτή των επιχειρήσεων εστίασης και φιλοξενίας.

Σύμφωνα με τα συγκεντρωτικά στοιχεία πωλήσεων της Ένωσης Επιχειρήσεων Αλκοολούχων Ποτών (ΕνΕΑΠ), το 2020 έκλεισε με συρρίκνωση των πωλήσεων στο κανάλι χονδρικής κατά -52%.

Το σύνολο των πωλήσεων του κλάδου αλκοολούχων ποτών για το 2020 παρουσίασε πτώση -32% σε σύγκριση με το 2019, καθώς με μικρή αύξηση 2%, την πτώση συγκράτησε μόνο μερικώς το κανάλι της λιανικής (super market) και Cash and Carry, όντας και το μόνο που παρέμεινε σε λειτουργία, σε αντίθεση με την επιτόπια κατανάλωση (bars, café bars, εστιατόρια κ.ά.) που πρακτικά μηδενίστηκε τελώντας σε lockdown σχεδόν το ήμισυ της περσινής χρονιάς.

Αξίζει να σημειωθεί ότι στο κανάλι της επιτόπιας κατανάλωσης εκτιμάται ότι καταναλώνεται τουλάχιστον το 62% των αλκοολούχων ποτών. Στο ίδιο ασφυκτικό πλαίσιο συνεχίζει και το νέο έτος με το χρονοδιάγραμμα ανοίγματος να παραμένει άγνωστο και τις επιχειρήσεις του κλάδου να αγωνιούν για το πώς θα κρατηθούν όρθιες, καθώς οι συνθήκες μέσα στις οποίες θα κληθεί να ανακάμψει η εφοδιαστική αλυσίδα κάθε άλλο παρά ευοίωνες διαφαίνονται ακόμη και αν ξεπερασθεί η κρίση της πανδημίας.

Την ίδια ώρα η Ελλάδα κατατάσσεται στην 1η θέση στην ΕΕ-27 σε σχέση με το κατά κεφαλήν εισόδημα αναφορικά με το ύψος του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) των αλκοολούχων ποτών, ενώ ταυτόχρονα ο ΕΦΚ είναι έως και 4,5 φορές υψηλότερος από το μέσο όρο γειτονικών και τουριστικά ανταγωνιστικών χωρών. Αυτή η συνθήκη έχει οδηγήσει τη χώρα σε δυσμενή θέση μειώνοντας την ανταγωνιστικότητα του εγχώριου τουριστικού πακέτου, ενώ από τη διεθνή εμπειρία έχει αποδειχθεί ότι η υψηλή φορολογία αυξάνει σημαντικά τα κίνητρα λαθρεμπορίου και παραβατικότητας.

ΠΗΓΗ